Οπότε ερωτάται: Ηττήθηκαν οι ένδεκα δικαστές, επειδή μειοψήφησαν;
Αν υποστηριχθεί ο ισχυρισμός αυτός ή άλλος παρόμοιος, είναι ως να αμφισβητείται δεινά ή να καταργείται η ελευθερία του δικαστή, δηλαδή η κατοχυρωμένη από το Σύνταγμα ανεξαρτησία του να διατυπώνει τη δικαιοδοτική κρίση του, κατά συνέπεια η σχέση πλειοψηφίας - μειοψηφίας επ’ ουδενί ταυτίζεται με τη δικαίωση ή μη των δικαστών.
2. Χαρακτηρίστηκε μάλιστα από υποστηρικτές της ως τολμηρή η απόφαση του ΣτΕ και διερωτόμαστε τι σημαίνει αυτό: Οτι επιχειρήθηκε ερμηνεία του άρθρου 15 του Συντάγματος τέτοια που να υποδηλώνει ότι το ερμηνευτικό τοπίο αυτού ήταν ανοικτό και για διαφορετική ερμηνεία, ή, όταν λένε ότι το ΣτΕ στάθηκε στο ύψος της ευθύνης του, εννοούν τους 14 δικαστές και όχι και τους άλλους 11, έτσι δε στους πρώτους ανήκουν τα περιστασιακής αναμφίβολης αξιοποίησης μεγαλυνάρια, στους δεύτερους όμως η απόρριψη;
Ωστόσο δεν έχει νόημα πλέον να επιχειρηθεί ανατομική έρευνα της απόφασης του ΣτΕ, εφόσον αυτή και κατά συνταγματικό - δημοκρατικό αξίωμα είναι δεσμευτική, δηλαδή εφαρμοστέα, αφήνοντας κατά μέρος τον «ενάρετο» χαρακτηρισμό της και ως σεβαστής. Το τελευταίο ισχύει για κάθε δικαστική απόφαση.
3. Η κυβέρνηση για την εισαγωγή και ψήφιση του άρθρου 2Α Ν. 4339/2015 εκτιμώ ότι, μεταξύ άλλων, στηρίχθηκε:
α. Στο ανοικτό ερμηνευτικό πεδίο των συνταγματικών διατάξεων, που αναδείχτηκε μεταξύ άλλων και από την αριθμητική σχέση πλειοψηφίας – μειοψηφίας (14 – 11) των δικαστών του ΣτΕ,
β. στη γνώμη έγκριτων συνταγματολόγων, οι οποίοι σε ανύποπτο χρόνο υποστήριξαν τη συνταγματικότητα της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας έστω και ως εφαρμογή του δικαίου της ανάγκης, εξαιτίας του γεγονότος ότι το ΕΣΡ δεν είχε νόμιμη σύνθεση για μακρύ χρονικό διάστημα,
γ. στην προηγούμενη απόφαση του 3578/2010 ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία η συνέχιση του καθεστώτος χορήγησης προσωρινών αδειών λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών δεν εναρμονίζεται προς το Σύνταγμα,
δ. στην υποχρέωσή της να υπερασπιστεί το δημόσιο συμφέρον, εφόσον για 26 ολόκληρα χρόνια οι τηλεοπτικοί σταθμοί λειτουργούσαν εκτός ορίων νομιμότητας, γνωρίζοντας εξάλλου η κυβέρνηση ότι το ΣτΕ κατ’ επανάληψη επικαλέστηκε το δημόσιο συμφέρον με αποφάσεις του για άλλα ζητήματα κατά τα τελευταία χρόνια.
Ετσι ερωτάται πόσο βάσιμος είναι ο ισχυρισμός ή πολύ περισσότερο δικαιολογημένοι οι ξέφρενοι πανηγυρισμοί, για ήττα δήθεν της κυβέρνησης, η οποία ωστόσο επέλεξε να αποκαταστήσει τη νομιμότητα, συγκρουόμενη με τεράστια οικονομικά, πολιτικά και μιντιακά συμφέροντα.
Εν τέλει μάλιστα ενεργοποίησε και έθεσε προ των ευθυνών τους ως προς την εκκρεμότητα αυτή και άλλες πολιτικές δυνάμεις.
Ετσι και ανεξάρτητα από το αντιπολιτευτικό πρόσημο της δήλωσης, πριν ακόμη εκδοθεί η απόφαση του ΣτΕ, πρωτοκλασάτων στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι το κόμμα τους όφειλε να έχει ψηφίσει νομοθετικό πλαίσιο έννομης λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών, είναι χαρακτηριστική, μετά την έκδοση της απόφασης του ΣτΕ, και η δήλωση του ίδιου κόμματος ότι θα προωθήσει σχετικό σχέδιο για τη νομοθετική ρύθμιση ως προς το ζήτημα αυτό, παρ’ ότι δεν το είχε πράξει από το 1990.
4. Ωστόσο, πριν κυρίως αλλά και μετά την έκδοση της απόφασης του ΣτΕ, πολιτικοί, πανεπιστημιακοί και άλλοι δεν ολιγώρησαν στην προβολή παιδαριωδών ισχυρισμών για «τρόμο πάνω από τη δημοκρατία» ή για «θεσμική εκτροπή» ή αναλώνονταν σε ασταμάτητους διθυράμβους για την απόφαση του ΣτΕ –εννοούν μόνο τους 14 δικαστές;– ως να αγνοούν πόσο «κούφια λόγια» είναι αυτές οι υμνωδίες.
Είναι οι ίδιοι πολιτικοί ή πανεπιστημιακοί οι οποίοι, με αγωνία να διατηρούνται στην επικαιρότητα, έδρασαν ως οργανωμένη επιμελητεία και συνέδραμαν τη μιντιακή εξουσία στη δημιουργία αποπνικτικού κλίματος περί το ΣτΕ, όχι μόνο για την αναμενόμενη απόφαση, αλλά προς φρονηματισμό για το μέλλον και για κάθε δικαστικό σχηματισμό που θα κληθεί να χειριστεί σημαντικές υποθέσεις.
Ας θυμηθούμε μεταξύ άλλων την ως προπηλακισμό προβαλλόμενη αντίδραση κατά του προέδρου του ΣτΕ ή πώς και από ποιους πολιτικούς ή και εκκλησιαστικούς παράγοντες προωθήθηκε αυτός ως πρόεδρος αυτού ή τις κραυγές του καθημερινού τελάλη «θα αφήσει ο κ. Σακελλαρίου τους δικαστές του (!) ελεύθερους».
Ή ας μη λησμονούμε ποια σκληρά αντιπολιτευόμενη εβδομαδιαία εφημερίδα και ποια ηλεκτρονική σελίδα –χωρίς να θεωρείται επιτρεπτή η αναπαραγωγή όσων σ’ αυτές αναφέρονταν από τον έντυπο ή ηλεκτρονικό λόγο– έφτασαν στο σημείο να «θυσιάσουν» έναν από τους αντιπροέδρους του ΣτΕ, με την προβολή στοιχείων του ιδιωτικού βίου του, με την προσδοκία ότι έτσι θα πολώσουν ή θα θυμώσουν τους άλλους δικαστές, για να ταχθούν υπέρ της αντισυνταγματικότητας του νόμου.
5. Κατά τα άλλα η κυβέρνηση όφειλε νομίζω πριν από την πρωτοβουλία της για την ψήφιση του νόμου χορήγησης τηλεοπτικών αδειών να εξαντλήσει –αν δεν το έπραξε– τις δυνατότητες συγκλίσεων με άλλα κόμματα, αλλά και να οργανώσει την τόσο σημαντική αυτή πρωτοβουλία της, αξιολογώντας σε μεγαλύτερο βάθος τη δύναμη πυρός και τη δυνατότητα διείσδυσης που διαθέτουν τα οικονομικά και μιντιακά συμφέροντα, στηριζόμενα μάλιστα και από κόμματα της αντιπολίτευσης.
Αλλά και μετά την έκδοση της απόφασης, θυμώδεις δηλώσεις και εύκολη καταγγελιολογία, πέραν του ότι μπορεί να χρεώσουν την κυβέρνηση ότι δημιουργεί την άλλη πλευρά της πόλωσης, την οποία γνωρίζουν πολύ καλά να αξιοποιούν τα κόμματα που επί δεκαετίες κυριάρχησαν στο πολιτικό προσκήνιο, ως να αποδυναμώνουν την αξία της θεσμικής πρωτοβουλίας και του ηθικού πλεονεκτήματός της να αποκαταστήσει τη νομιμότητα στο συγκεκριμένο πεδίο.
Με άλλα λόγια: Αυτή είχε χρέος να αποκαταστήσει τη νομιμότητα λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών και αποδέχτηκε μία από τις ερμηνείες του άρθρου 15 Συντ. σε συνδυασμό με το άρθρο 101Α αυτού, εφόσον μάλιστα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν συναινούσε σκοπίμως στη συγκρότηση του ΕΣΡ.
Το ΣτΕ, όμως, κατά πλειοψηφία έστω, έκρινε διαφορετικά και η κυβέρνηση συνεχίζει σε εφαρμογή και της απόφασης αυτής, υπερασπίζοντας το δημόσιο συμφέρον. Ετσι, απλά και ουσιαστικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου