Toυ Γ. Λακόπουλου
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης από «τεχνική» άποψη είναι ο πιο συγκροτημένος πολιτικός αρχηγός της σημερινής Βουλής. Έχει καλές σπουδές, είναι συγκροτημένος, ευπρεπής και άνθρωπος με ισχυρή βούληση στην πορεία προς τους στόχους του.
Αυτά τα στοιχεία άλλωστε τον ανάδειξαν από αουτσάιντερ σε επικεφαλής της ΝΔ. Έστω και αν οι καθιερωμένοι δελφίνοι της ΝΔ – της αδελφής του συμπεριλαμβανομένης- υποτίμησαν το χαρακτήρα της εκλογής και δεν πήραν μέρος, εκτιμώντας ότι θα αναδειχθεί απλώς ένας «ενδιάμεσος’ πρόεδρος.
Σε κάθε περίπτωση όμως ο Κυριάκος πέτυχε να εμφανισθεί ως λυτρωτική λύση για πολλούς, ακόμη και έξω από τα όρια της κομματικής βάσης της ΝΔ και αυτό του εξασφάλισε την αρχηγία.
Δεν έγινε ο φυσικός ηγέτης της συντηρητικής παράταξης- αυτός ο ρόλος ανήκει πάντα στον Κ. Καραμανλή, αλλά απέκτησε το προνόμιο να διεκδικεί την εξουσία για λογαριασμό της ΝΔ στις επόμενες εκλογές.
Από εκεί και πέρα δεδομένου ότι διαθέτει τα τυπικά στοιχεία ενός πρωθυπουργήσιμου πολιτικού, πρέπει να κερδίσει μια ακόμη αναμέτρηση. Με τον σημερινό Πρωθυπουργό; Όχι ακριβώς: με το εκλογικό σώμα. Με άλλα λόγια, για να πάρει τη θέση του Τσίπρα πρέπει να κερδίσει τις εκλογές.
Αυτό δεν γίνεται με δημοσκοπήσεις και υπερφίαλα δημοσιευμένα, αλλά με ψήφους. Για τη ακρίβεια με την προσέλκυση ψήφων από άλλους πολιτικούς χώρους. Για να το πετύχει απαιτείται καλή δημόσια παρουσία, πολιτικά επιχειρήματα, σύγχρονες θέσεις και πλαισίωση με κατάλληλα πρόσωπα. Όχι σαν αυτά που τοποθέτησε στη «σκιώδη κυβέρνησή» του- έστω και αν δεν της δίνει αυτό το χαρακτηρισμό.
Για να αποκτήσει πλειοψηφικό προβάδισμα ικανό να τον ωθήσει ως την πρωθυπουργία, ο Κυριάκος πρέπει να προσελκύσει ψηφοφόρους από τη δεξαμενή όσων στις διπλές εκλογές και το δημοψήφισμα του 2015 κατευθύνθηκαν στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν αρκεί να επαναβεβαιώσει την προσήλωση των Νεοδημοκρατών στη …ΝΔ.
Με την ρευστότητα που χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος πλέον αυτό δεν είναι ανέφικτο. Μπορεί όμως να συμβεί μόνο ως συνέπεια άλλης πολιτικής λειτουργίας. Η σημερινή τον εγκλωβίζει σε στερεότυπα που δεν θα γίνουν ποτέ ελκυστικά σ’ αυτό το τμήμα του εκλογικού σώματος. Ας το δούμε αναλυτικά:
Όσοι ψήφισαν τον Τσίπρα το 2015 δεν το έκαναν γιατί διευρύνθηκε η κομματική ακτινοβολία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά γιατί ο ίδιος ήταν νέος, διαφορετικός από τους προηγούμενους και θα τα έκανε όλα διαφορετικά. Πρωτίστως θα εξαφάνιζε το μνημόνιο. Στην ουσία υποσχόταν ότι θα συντηρούσε την προγενέστερη της κρίσης κατάσταση των ψευδαισθήσεων που εγκατέστησε το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του 1980 -και παγίδευσε στο ίδιο μοντέλο διαχείρισης εθνικών και κοινοτικών πόρων όλες τις κυβερνήσεις που ακολούθησαν.
Ο Τσίπρας όμως διέψευσε στα μάτια τους αυτή την προσδοκία. Έδωσε μάχες και τις έχασε. Η διαπλοκή είναι πάντα ενεργή. Το κράτος υπολειτουργεί. Το πολιτικό σύστημα δεν εξυγιαίνεται. Οι αρετές της αριστεράς παραγκωνίστηκαν από τη συμμαχία με τον Καμμένο και παρότι το μνημονιακό καθεστώς συνεχίζεται με μεγαλύτερη ένταση, η πορεία από τη χρεοκοπία που του παρέδωσαν οι προηγούμενοι κολλάει.
Συνεπώς είναι λογικό να τον εγκαταλείψουν. Που θα πάνε λοιπόν;
Κάποιοι θα μείνουν στο σπίτι τους, όπως έκαναν και στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Κάποιοι άλλοι θα πάνε στο ΠΑΣΟΚ, για την ακρίβεια θα επιστρέψουν στο ΠΑΣΟΚ. Όχι πολλοί όμως.
Πρώτον γιατί το τραύμα της μετακίνησης τους κόμματος του Ανδρέα Παπανδρέου σε ρόλο αντίπαλου της Αριστεράς –ιδίως από τον Βενιζέλο- βιώνεται σαν μετακίνηση στη Δεξιά.
Δεύτερον γιατί η Φώφη Γεννηματά που κράτησε το μαγαζί όταν το εγκατέλειπαν όλοι, έκανε δυο κρίσιμα λάθη: το ένα ότι άρχισε να συζητάει με αυτούς εξ αιτίας των οποίων το εγκατέλειψαν. Και το δεύτερο δεν ψήφισε την απλή αναλογική που ήταν, το οξυγόνο επιστροφής του ΠΑΣΟΚ σε κεντρικό ρόλο και εξ αντικειμένου λειτούργησε ως στρατηγική σύμμαχος της Δεξιάς και όχι των κομμάτων της δημοκρατικής παράταξης -έτσι όπως την όρισε ο ιδρυτικός λόγος του Ανδρέα Παπανδρέου.
Οι υπόλοιποι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ θα διασπαρθούν σε μικρότερα κόμματα. Στον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι δύσκολο έως αδύνατο να πάνε- έτσι όπως τους αντιμετωπίζει ως τώρα.
Όχι γιατί το όνομα ερεθίζει παραδοσιακά αυτόν το χώρο, αλλά γιατί εκπροσωπεί εξ αρχής το αντίθετο από αυτό που περίμεναν από τον Τσίπρα. Τον βρίσκουν πολύ κοντά στον Τσίπρα που απορρίπτουν. Αποτελεί μεγάλη ψευδαίσθηση να θεωρεί ότι θα παρασυρθούν από το κλίμα επικράτησής του.
Η μόνη ελπίδα να απορροφήσει δυνάμεις από αυτόν τον ευρύ χώρο ο πρόεδρος της ΝΔ, είναι να επιστρέψει στο μοτίβο που τον ανέδειξε: του μεταρρυθμιστή, με την ήπια δημόσια παρουσία, που υπερβαίνει τον κομματικό του χώρο. Κάτι σαν Σημίτης της ΝΔ.
Από τη στιγμή όμως που υιοθέτησε την ατζέντα του Αντώνη Σαμαρά -υπό την εποπτεία του οποίου δείχνει να βρίσκεται ορισμένες φόρες -και κυρίως από τη στιγμή που όρισε αντιπρόεδρο τον Άδωνι Γεωργιάδη έχασε κάθε επαφή με αυτό το κοινό.
Πως νοείται κάποιος που προέρχεται από το παλιό ΠΑΣΟΚ και πήγε στον Τσίπρα, γιατί το κόμμα του έγινε λιγότερο ΠΑΣΟΚ, να κατευθυνθεί σήμερα στο κόμμα που έχει ως αντιπρόεδρο το πουλέν του Καρατζαφέρη -με το ακραίο ύφος δημόσιας παρουσίας και την δεξιά ταυτότητα στο κούτελο- αλλά και ως κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο τον αρχηγό της Νεολαίας του Παπαδόπουλου;
Χωρίς να διορθώσει αυτά τα λάθη περιορίζει το βεληνεκές της επιρροής του πέρα από τη συντηρητική παράταξη.
Θα βγει από αυτόν τον κύκλο αν στήσει τον κομματικό μηχανισμό, τη δημόσια παρουσία του, τη ρητορική και τη πολιτική του πάνω στον «ιδανικό άξονα» που έδειχνε αν διαμορφώνεται όταν εξελέγη, με τον ίδιο επικεφαλής και τον Κωστή Χατζηδάκη -που είναι ολοκληρωμένος Ευρωπαίος πολιτικός ως αντιπρόεδρο. Αν διέτασσε τις δυνάμεις του με αντίστοιχο τρόπο και αν δεν μιλούσε σαν ηχώ του Σαμαρά θα είχε ήδη εξασφαλίσει ευρύτερο ακροατήριο.
Όπως εξελίσσονται τα πράγματα στη ΝΔ με τη σκληρή δεξιά γραμμή από ένα τμήμα της, με την υφέρπουσα αντικομουνιστική κουλτούρα από ένα άλλο -ή με το περίεργο Μητρώο Στελεχών που προαγγέλλει τη συγκρότηση όχι απλώς ενός προσωποπαγούς κόμματος αλλά και ενός ΙΧ κράτους- η διείσδυση στους απογοητευμένους ψηφοφόρους του Τσίπρα είναι ανέφικτη.
Δεν μπορούν να ψηφίσουν κάποιον που οχυρώνεται στη χώρο της Δεξιάς με ακραίους και θορυβοποιούς δίπλα του.
Αυτοί οι ψηφοφόροι -εφόσον δεν θα πάνε στο ΠΑΣΟΚ- θα καταφύγουν σε άλλες επιλογές συμβάλλοντας στον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος και αυτό δεν συνιστά καλή προοπτική. Οδηγεί σε ακυβερνησία- δηλαδή ό,τι χειρότερο.
Ήδη οι ξένοι που τα βλέπουν όλα από μέσα πλέον, αντιλαμβάνονται ότι η αποδυνάμωση του ενός πόλου δεν ενισχύει τον άλλο, σε ό,τι αφορά τη σχέση Σύριζα –ΝΔ. Γι’ αυτό προτιμούν να εξαντληθεί η περίοδος ως το τέλος του Μνημονίου με τη σημερινή κυβέρνηση. Μετά θα πάρουν τις αποφάσεις τους για τη χώρα, με βάση το βαθμό προσαρμογής της εκείνη τη στιγμή.
Κυβερνητική μεταβολή ως τότε δεν αναμένουν και σε καμιά ευρωπαϊκή πρωτεύουσα ο Κυριάκος δεν αντιμετωπίζεται αυτή τη στιγμή ως εν αναμονή Πρωθυπουργός. Θα φανεί κατά παρουσία του στην επικείμενη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Συμπέρασμα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναζητά τις δυνάμεις που του λείπουν για πλησιάσει την πρωθυπουργία, εκεί που δεν υπάρχουν. Όπως π.χ. στο φλερτ με τους παλαιούς «σημιτικούς» του ΠΑΣΟΚ και τον Θεοδωράκη που δεν έχουν κοινό.
Με τον τρόπο που πολιτεύεται απλώς ξανακερδίζει τους κερδισμένους από τη ΝΔ, μάλλον νομιμοποιεί παρά απομονώνει το χώρο στα δεξιά της ΝΔ και εξ αυτού πολώνεται με τη δεξαμενή των κεντρώων και κεντροαριστερών που μετακινήθηκαν προς τον Τσίπρα. Ως παράδειγμα ας ανατρέξει στην ανάλυση των αποτελεσμάτων του Μαΐου του 2012, όταν η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ συμπαρέσυρε τη ΝΔ αντί να την ενισχύσει.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου