- Καλά πλάκα μου κάνεις, ρε Βασίλη, να δώσω τριάντα χιλιάρικα για να πάρω αλυσίδες; Τι να τις κάνω τις αλυσίδες, να δέσω την πεθερά μου;
- Η ΕΜΥ είπε ότι θα πέσει χιόνι ακόμα και στο κέντρο της Αθήνας…
- Σιγά μην αγοράσω αλυσίδες για να πάω στο Σύνταγμα, πλάκα μου κάνεις τώρα; Εξάλλου εγώ δε θα είμαι εδώ, φεύγω αύριο το μεσημέρι οικογενειακώς για Θεσσαλονίκη.
- Κι άμα κλειστείς στην εθνική οδό, κύριε Μιχαλάκη, τί γίνεται;
- Σιγά, ρε κινδυνολόγε , μην κλείσει κοτζάμ εθνική οδός επειδή θα ρίξει χιονόνερο στο κέντρο της Αθήνας…
Σα χιονόνερο ξεκίνησε, αλλά μετά του ’δωσε και κατάλαβε. Τα ξημερώματα ένα κατάλευκο σεντόνι είχε σχεδόν σκεπάσει τα πάντα.
- Μιχάλη, τρέξε χιόνισε… Καλέ, όλα είναι κατάλευκα, το ‘στρωσε, το ’στρωσε… - Πω, πω, χαμός έτσι όπως πάει θα σκεπάσει τα πάντα…
- Ωραία, θα ’χουμε μέχρι τη Θεσσαλονίκη μια διαδρομή μαγευτική… Λέω να ξεκινήσουμε τώρα που χιονίζει γιατί μπορεί να σταματήσει αργότερα… - Μπράβο, ρε Μάρω, ετοίμασε τα παιδιά και τη μάνα σου και ξεκινάμε…
Καλημέρα σας κυρίες και κύριοι Οι κυριότερες ειδήσεις της ημέρας. Συνεχίζονται οι σφοδρές χιονοπτώσεις στην Αττική και στην Εύβοια… Αποκλεισμένη η Εθνική οδός Αθηνών Λαμίας στο εκατοστό χιλιόμετρο… Τα εγκλωβισμένα ΙΧ σχηματίζουν ουρά πέντε χιλιομέτρων…
- Τι θες να κάνουμε, ρε Μάρω;
- Ξέρεις πόση ώρα είμαστε εγκλωβισμένοι;
- Λες να μην ξέρω; Μια στιγμή, βλέπω έναν πυροσβέστη… Κύριε πυροσβέστα , πότε βλέπετε να ανοίγει ο δρόμος;
- Ο δρόμος είναι κλειστός, κύριε, θα σπάσουμε το διαχωριστικό διάζωμα για να μπορέσετε να επιστρέψετε στην Αθήνα. Θα δυσκολευτείτε, όμως, γιατί βλέπω ότι δε φοράτε αλυσίδες…
Δε δυσκολεύτηκε ο Μιχάλης, του βγήκε η ψυχή! Κατά τις οχτώ το πρωί κατάφερε να φτάσει στο ύψος του Αγίου Στεφάνου.
- Μάρω, τηλεφώνησε στην αδερφή σου στο Άγιο Στέφανο ότι οδεύομε προς τα ’κει. Τα μάτια μου κλείνουνε από την κούραση και η βενζίνη όπου να ’ναι χτυπάει κόκκινο.
Μια ώρα κάνανε να διανύσουν ένα χιλιόμετρο, αλλά, τελικά, τα καταφέρανε.
- Μάρω, μπέστε μέσα, εγώ θα πεταχτώ εδώ γύρω μπας και βρω κανένα βενζινάδικο ανοιχτό.
- Σιγά, μην βρεις βενζινάδικο ανοιχτό με τέτοια κοσμοχαλασιά, εξάλλου ούτε δυο μέτρα δεν μπορείς να πας χωρίς αλυσίδες.
- Τι να σου πω, ρε Βασίλη, πολύ με γκαντέμιασες μ’ αυτές τις παλιοαλυσίδες… Τότε πετάξου εσύ που έχεις αλυσίδες και γέμισε κάνα δυο μπιτόνια…
- Και ποιος σου είπε ότι εγώ πήρα αλυσίδες;
Κατά την Τρίτη το πρωί σταμάτησε το χιόνι που πρόβλεψε ότι θα σταματήσει την Κυριακή η ΕΜΥ.
- Ρε Βασίλη, που είναι το αυτοκίνητό μου;
- Δίπλα στο δικό μου.
- Και που είναι το δικό σου;
- Εκείνο το άσπρο βουναλάκι το βλέπεις;
- Το βλέπω. - Από κει κάτω πρέπει να είναι…
- Πάω στο γκαράζ να πάρω ένα φτυάρι…
- Σιγά, τα σκαλιά είναι παγωμένα θα πέσεις και θα σπάσεις κάνα πόδι…
Το πόδι του, ευτυχώς, δεν έπαθε τίποτα. Την έβγαλε μόνο με δυο σπασμένα πλευρά κι ένα καρούμπαλο στο κεφάλι…
____________________________________________________________
Καλησπέρα σας, κυρίες και κύριοι Αποκλεισμένες παραμένουν πολλές περιοχές της Αττικής πέντε μέρες μετά την σφοδρή κακοκαιρία που έπληξε τον νομό Αττικής. Στον Άγιο Στέφανο, στο Καπανδρίτι, στο Κρυονέρι, και στην Εκάλη η κατάσταση είναι τραγική. Στην τηλεφωνική μας γραμμή έχουμε το κύριο Μιχάλη Αρναούτογλου που μας τηλεφωνεί από τον Άγιο Στέφανο. Σας ακούμε κύριε Αρναούτογλου
- Έχετε να προσθέσετε τίποτα ακόμα, κύριε Αρναούτογλου;
- Έχω, κύριε Ευαγγελάτο.
- Σας ακούμε.
- Εσείς έχετε αλυσίδες;
Κύριε Βασίλη,
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι που είσαστε πίσω με μια τέτοια επική δημοσίευση.
Οι Άγγλοι έχουν την ίδια νοοτροπία, όπου με το πρώτο χιόνι όλοι πέρνουν τους δρόμους.
Η σημαντική διαφορά όμως μεταξύ ενός εγκλωβισμένου Άγγλου και ενός Έλληνα, είναι ότι ο Άγγλος δεν μπορεί να αγοράσει αλυσίδες.
Εγώ έχω της έχω φέρει από την Ελλάδα :)
Καλή σας μέρα, εκ βάθους καρδίας.
φίλε Χάρυ, για τρελό χώσιμο έλα μια βόλτα απ' το:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://pea-kyanea.blogspot.com/
Opws panta xeromai na diavazw keimena sas....
ΑπάντησηΔιαγραφήKalhspera kai apo mena!
Αγαπητέ κύριε Κλύνν
ΑπάντησηΔιαγραφήΓνωρίζουμε την ευαισθησία σας για τα παιδιά.
Διαδώστε το Χαμομηλάκι μας, για να τα βοηθήσουμε όσο μπορούμε
http://hamomilaki.blogspot.com
Θέλω ένα σπίτι με χαρά
Τη γλώσσα σου την όμορφη δεν την καλοκατέχω,
γι αυτό και να με συγχωρνάς που δύσκολα τα λέω.
Μα, σαν το θες, στα μάτια μου τα λόγια μου θα νιώσεις.
Ξεκίνησα απ’ το πουθενά, από πατρίδα όμορφη.
Άφησα πίσω μου βουνά που δέντρο δεν τα ξέρει
και ποταμούς κι αητοφωλιές απάτητες, και κάμπους.
Με χρήμα μας αγόρασαν, με αίμα μαζεμένο.
Νύχτα κρυφά μας μπάρκαραν μαυροκυνηγημένους,
δουλέμποροι του σήμερα και μας εσκυλοπνίξαν.
Μα να που τα κατάφερα και ζωντανός εβγήκα.
Κι ήρθαμ’ εδώ, που στο σχολειό από μικρό μου ‘μάθαν
πως ο θεός ο ξένιος μαζεύει και ζεσταίνει,
της προσφυγιάς της άκαρδης τους παραπεταμένους,
πως κι η δικιά σου η φυλή την προσφυγιά την ξέρει.
Άλλα περίμενα να βρω, και άλλα εδώ με βρήκαν.
Κρυώνω εδώ που μ’ έβαλες, δεν έχω τη γωνιά μου,
ν’ απλώσω το τετράδιο να γράψω, να διαβάσω.
Δε νιώθω αγάπη γύρω μου και η ψυχή πονάει,
δε βρίσκει τόπο να σταθεί και ομορφιά ν’ αράξει.
Τα παιδικά μου όνειρα τα πνίγει η ασχημάδα
κι από σχισμάδες μάταια ελπίδας φως γυρεύω,
φτερά ν’ ανοίξω να χαρώ, ν’ αρχίσω το ταξίδι.
Θέλω ένα σπίτι με χαρά, ν’ απλώσω τη ζωή μου.
Να ‘χει δροσιά στον καύσωνα και ζέστη στο χειμώνα.
Και η μάνα μου το πάτωμα να ντύνει με χαλάκια
που να ‘χουνε τα χρώματα της μακρινής πατρίδας,
να τα κοιτώ να τα θωρώ να μη την λησμονήσω.
Μια λάμπα θέλω να ‘χω φως, να βλέπω, να διαβάζω.
Και στη γωνιά η μάνα μου γλυκά να καταπιάνεται,
μ’ αγάπης μαγειρέματα για να με μεγαλώσει.
Κι ένα σκυλάκι αδέσποτο στα πόδια μου στρωμένο
να με θωρεί να το θωρώ τους δρόμους να θυμάμαι.
Και την εικόνα του παππού στον τοίχο τηνε θέλω
να του μιλώ, να μου μιλά, πατρίδα μην ξεχάσω.
Μ΄ αν δεν μπορείς, ή άμα δε θες, σ’ ένα μικρό σπιτάκι,
σ’ ένα σπιτάκι με χαρά τη φτώχεια μου να βάλεις,
μολόγησέ το καθαρά, πες δε σε θέλω, φύγε,
να φύγω, να ‘βρω αλλού ζωή και δεύτερη πατρίδα.
Κι αν η καρδιά σου είν’ καλή και θέλει με να μείνω,
βόηθα να φύγω από δω γιατί θα μαραζώσω,
αφού μέσ’ στον καταυλισμό που μ’ έχεις πεταμένο,
χωρίς νερό, χωρίς το φως, μαύρη η ζωή μου είναι.
Το πώς με λένε δε θα πω, δεν έχει σημασία.
Πες με Αμίρ, μα άμοιρος να ξέρεις πως δεν είμαι.
Είμαι παιδάκι αληθινό, μικρό χαμομηλάκι,
δώσε μου χώρο, έδαφος, ν’ ανθίσω, να ριζώσω,
κι εγώ μεγάλος θα γινώ, τρανός και ξακουσμένος,
και της Πατρίδας σου το Φως στα πέρατα θα στείλω.
Αφιερωμένο σε όλα τα προσφυγάκια-χαμομηλάκια,
σε όλους τους Αμίρ της καρδιάς μας.