Ιδρυτικός μύθος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ότι αποτελεί το ιδεώδες πλαίσιο εδραίωσης της δημοκρατίας και της ειρηνικής συνύπαρξης των κοινωνιών, στην ήπειρο που κατεξοχήν έχει δοκιμαστεί από ανθρωποκτόνους πολέμους, αυταρχικά καθεστώτα, φασισμούς και αντιδημοκρατικές εκτροπές. Αυτό αποτέλεσε και το θεμελιώδες επιχείρημα της ελληνικής πολιτικής και οικονομικής ελίτ όταν αποφάσισε, με νωπή ακόμη την εμπειρία της δικτατορίας, την ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ.
Ένας λίγο μεταγενέστερος μύθος, καλλιεργημένος και διανθισμένος με πλούτο επιχειρημάτων από τους γκουρού του φιλελευθερισμού και αργότερα του νεοφιλελευθερισμού, λέει πως όχι απλώς η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς γενικότερα, αυτός που προβλήθηκε αλλά και επιβλήθηκε σχεδόν σε κάθε γωνιά του πλανήτη, είναι ασύμβατος με οποιοδήποτε άλλο πολιτικό καθεστώς πέρα από τη δημοκρατία. Αγορά και δημοκρατία, λένε, είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος. Η μία είναι alter ego της άλλης. Στο έδαφος αυτής, άλλωστε, της δοξασίας ενθαρρύνθηκε η κατάρρευση των αυταρχικών καθεστώτων του ανύπαρκτου σοσιαλισμού. Και με την ίδια δοξασία ο νεοσυντηρητισμός επένδυσε στις πολεμικές επιχειρήσεις «εξαγωγής της δημοκρατίας» στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
Φυσικά, αυτή η αρχή εφαρμόστηκε αλά καρτ, επιλεκτικά, όπως αποδεικνύει μια πανσπερμία εξόφθαλμων εξαιρέσεων: το ημι-απολυταρχικό καθεστώς του ρωσικού καπιταλισμού, όπου συγκυβερνούν οι (εναλλάξ) τσάροι Πούτιν και Μεντβέντεφ με μια ευάριθμη ομάδα ολιγαρχών, η εδραίωση του καπιταλισμού στην Κίνα υπό το καθεστώς μονοκομματικής δικτατορίας, για την αποτελεσματικότητα της οποίας οι φιλελεύθεροι εκφράζουν έναν κρυφό θαυμασμό, η αγωνιώδης προστασία καθεστώτων όπως η Σαουδική Αραβία από τον ιό της «αραβικής άνοιξης».
Η αντίληψη αυτή περί μαθηματικής «ταυτότητας» καπιταλισμού και δημοκρατίας έφτασε στο απόγειό της με την εισήγηση του Φουκουγιάμα για «το τέλος της ιστορίας», που ορίζει τον καπιταλισμό ως το σύστημα που κάνει πραγματικότητα την ευημερία για όλους (τουλάχιστον μια ευημερία αντίστοιχη με αυτή που απεικονίζουν οι χολιγουντιανές ταινίες στα προάστια των αμερικανικών πόλεων), βάζει τέλος στις κοινωνικές και διακρατικές συγκρούσεις και, κυρίως, αναδεικνύει την αντιπροσωπευτική δημοκρατία ως το μόνο πολιτικό μοντέλο εντός του οποίου υλοποιείται η καπιταλιστική «ουτοπία» της αειφόρου ανάπτυξης.
Η διάψευση αυτής της αφήγησης ήταν και παραμένει παταγώδης. Στα 22 χρόνια που μεσολάβησαν, οι πολεμικές συρράξεις και οι «απελευθερωτικές» εκστρατείες της Δύσης ήταν οι μεγαλύτερες σε ανθρώπινο και οικονομικό κόστος από την εποχή του Βιετνάμ. Η εδραίωση του καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη συνδυάστηκε με την ανάδυση «γκρίζων» καθεστώτων, που κυμαίνονται από εικονικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες μέχρι κανονικότατες απολυταρχίες. Η απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίων και αγαθών και τα προσοδοφόρα συμβόλαια εκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου εξυπηρετήθηκαν μια χαρά από τα αποκρουστικά καθεστώτα που κλυδωνίζονται τώρα στον αραβικό κόσμο και που επιβιώνουν, σε συνθήκες αιματηρών εμφυλίων, στην Αφρική. Και φυσικά, το απόλυτο παράδειγμα της ευθέως ανάλογης εξέλιξης πολιτικού αυταρχισμού και ιλιγγιώδους καπιταλιστικής ανάπτυξης παραμένει η Κίνα.
Αλλά, και η ίδια η Ευρώπη, κοιτίδα του καπιταλισμού αλλά και του δημοκρατικού μοντέλου διακυβέρνησης, αποτελεί ένα παράδειγμα αναίρεσης του θεμελιώδους φιλελεύθερου μύθου ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία αποτελεί το πολιτικό οξυγόνο του οικονομικού μας πολιτισμού. Οι εκτροπές προς τον αυταρχισμό ουδέποτε στάθηκαν εμπόδιο στην ανάπτυξη των βασικών οικονομιών που σήμερα δεσπόζουν στη Γηραιά Ήπειρο. Η Τρίτη Γαλλική Δημοκρατία γεννήθηκε με μια πολιτική γενοκτονία: τον μαζικό τουφεκισμό δεκάδων χιλιάδων κομμουνάρων του 1871. Η σαραντάχρονη δικτατορία του Φράνκο στην Ισπανία και η σχεδόν πενηντάχρονη του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία δεν απέκλεισαν τις δυο χώρες από τον ευρωπαϊκό καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας και το ίδιο περίπου ισχύει για την επτάχρονη ελληνική χούντα. Και φυσικά η χιτλερική Γερμανία και η μουσολινική Ιταλία που βύθισαν όλο τον κόσμο στον θάνατο και στην καταστροφή προσέφεραν μιαν επικερδέστατη διέξοδο στην επιχειρηματική ελίτ που επένδυσε στη στρατικοποίηση της οικονομίας των δύο χωρών. Και όχι μόνον αυτών, αν λάβουμε υπόψη την απογείωση της αμερικανικής οικονομίας στη διάρκεια του πολέμου.
Το αντεπιχείρημα σ’ αυτό το σκοτεινό παρελθόν της Ευρώπης είναι, όπως υποστηρίζουν οι γκουρού του φιλελευθερισμού, ότι ο μεταπολεμικός κανόνας, τουλάχιστον για την Ευρώπη, είναι η εμπέδωση του δημοκρατικού μοντέλου στις περισσότερες χώρες που παρέμειναν στον δρόμο της καπιταλιστικής ευημερίας. Ότι το κεϊνσιανό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, που στηρίχθηκε στην κοινωνική διαπραγμάτευση και στο κοινωνικό κράτος, βρήκε την ιδεώδη πολιτική απεικόνισή του στη δημοκρατική εναλλαγή των κομμάτων στη διακυβέρνηση. Και ότι το μεγάλο ευρωπαϊκό πείραμα της ενιαίας, απελευθερωμένης αγοράς και του κοινού νομίσματος είναι και ένα πείραμα αναβάθμισης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Ξαφνικά η δημοκρατία αποκτά διπλή υπόσταση, ως εθνική και ως ευρωπαϊκή. Και οι Ευρωπαίοι αποκτούν διπλή πολιτική δύναμη.
Σ’ αυτή την ειδυλλιακή αφήγηση παραλείπονται, βεβαίως, μερικές κρίσιμες λεπτομέρειες. Όπως, για παράδειγμα, η διατήρηση άκαμπτων δικομματικών εκλογικών συστημάτων τύπου Βρετανίας που αποκλείουν την πλειοψηφία από την εκπροσώπηση και τη διακυβέρνηση, η κατάρρευση του διαβρωμένου από τη διαπλοκή με τη μαφία και τις μυστικές υπηρεσίες κομματικού συστήματος της Ιταλίας πριν από δύο δεκαετίες και η διαδοχή του από τη σκανδαλώδη μπερλουσκονική μιντιοκρατία, η υποβάθμιση του Ευρωκοινοβουλίου σε έναν άχαρο γνωμοδοτικό ρόλο, ή τέλος η αλλεργία που προκαλεί η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, όπως συνέβη με το παρ’ ολίγον ελληνικό δημοψήφισμα.
Ωστόσο, αν όλα αυτά αντιμετωπίζονταν ως αναπόφευκτες αποκλίσεις από τον «δημοκρατικό κανόνα» του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι πολύ διαφορετικό. Ο πανικόβλητος τρόπος με τον οποίο η ευρωπαϊκή νομενκλατούρα προσπαθεί να διασώσει την ελευθερία του κεφαλαίου, θυσιάζοντας ζωτικές ελευθερίες των ανθρώπων, ατομικές και συλλογικές, αποτελεί μια ομολογία διάψευσης του φιλελεύθερου μύθου πως αγορά και δημοκρατία, καπιταλισμός και λαϊκή κυριαρχία είναι έννοιες ταυτόσημες. Στον πυρήνα της προωθούμενης μεταρρύθμισης των ευρωπαϊκών συνθηκών βρίσκεται η προσπάθεια στεγανοποίησης της οικονομικής διαδικασίας και των πρωταγωνιστών της -κεφάλαια, αγορές, τεχνοκράτες της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής- από οποιαδήποτε επίδραση της δημοκρατικής διαδικασίας. Τα κέντρα λήψης των αποφάσεων και ρύθμισης (ή απορύθμισης) των αγορών μεταφέρονται σε ένα στενό επιτελείο τεχνοκρατών, στο οποίο συνυπάρχουν ανεξέλεγκτοι εκπρόσωποι του χρηματοπιστωτικού συστήματος, επιχειρηματικά λόμπι και πολιτικοί εκπρόσωποι λίγων ισχυρών χωρών. Μακριά από κάθε επίδραση των κοινωνιών που υποχρεούνται να αποδέχονται φοβισμένες τα εξουθενωτικά αποτελέσματα των πολιτικών αποφάσεων και δικαιούνται απλώς, στην καλύτερη περίπτωση, να διαμαρτύρονται διά της ψήφου τους κάθε τέσσερα χρόνια.
Ακόμη και το τραγελαφικό επεισόδιο με τις «υπογραφές» του Σαμαρά υπό τον εκβιασμό της έκτης δόσης αποκαλύπτει μια βαθιά απέχθεια της ευρωκρατίας απέναντι στην ελεύθερη, δημοκρατική έκφραση του λαού. Τι είδους δέσμευση εκπροσωπούν οι υπογραφές κομμάτων τα οποία, προς το παρόν, είναι άγνωστο αν πραγματικά εκπροσωπούν τη λαϊκή πλειοψηφία; Κι αν οι εκλογές, όποτε γίνουν, φέρουν τα κόμματα της «μεγάλης συγκυβέρνησης» στη θέση μιας ισχνής μειοψηφίας; Να υποθέσουμε ότι θα τιμωρηθεί ο λαός για την αποκοτιά του με στέρηση δόσεων…
Το παράδειγμα της Ευρωζώνης, αν και δεν είναι το μοναδικό όπως δείχνουν ο «τσαρικός» καπιταλισμός της Ρωσίας και ο «κομμουνιστικός» καπιταλισμός της Κίνας, είναι διδακτικό. Αν η υποβάθμιση της δημοκρατίας, η αποδυνάμωση της λαϊκής κυριαρχίας και ο ευνουχισμός του κοινοβουλευτισμού προβάλλονται ως όροι επιβίωσης της Ευρωζώνης, τι μας εμποδίζει να πιστέψουμε ότι το δημοκρατικό μοντέλο για το οποίο επαίρεται η ελίτ της Δύσης δεν ήταν παρά μια παρένθεση προορισμένη να κλείσει; Μήπως ο καπιταλισμός του μέλλοντός μας, καταδικασμένος να επιφέρει απίστευτης έκτασης κοινωνική καταστροφή και να προκαλεί κοινωνικές εκρήξεις, είναι υποχρεωμένος να τις αντιμετωπίζει με αυταρχισμό, καταστολή, νέες απολυταρχίες και σιδερένια φτέρνα; Μήπως η οικονομία της αγοράς και η δημοκρατία εξελίσσονται από σιαμαία -κατά τον φιλελεύθερο μύθο- αδέρφια σε αλληλοαποκλειόμενες καταστάσεις;
Σ’ αυτά τα ρητορικά ερωτήματα υπάρχει, βέβαια, και μια αισιόδοξη οπτική. Η ολίσθηση του οικονομικού μας πολιτισμού σε όλο και πιο αντιδημοκρατικές, απολυταρχικές λύσεις είναι – μαζί με την κρίση που τον διατρέχει παγκόσμια- το σύμπτωμα του επιθανάτιου ρόγχου του. Ο ιστορικός κύκλος τριών αιώνων κλείνει. Κανείς δεν γνωρίζει, όμως, πόσο μακρόχρονη θα είναι αυτή η επιθανάτια αγωνία. Και το χειρότερο, κανείς δεν ξέρει πόσους από μας θα πάρει μαζί του, μέχρι η Ιστορία να του κλείσει τα μάτια. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις οι κοινωνίες διαθέτουν μία λύση: την ευθανασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου