Pages

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Το νεοφιλελεύθερο κέντρο τελείωσε. Ή η ευρεία αριστερά ή η ακροδεξιά




Γιώργος Βεργόπουλος

Όχι λοιπόν, η νίκη Τραμπ δεν αποτελεί έκπληξη. Όλοι όσοι “πέφτουν από τα σύνεφα” σήμερα, τα πανίσχυρα διεθνή ΜΜΕ, η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, τα λόμπι του χρηματοπιστωτικού τομέα, απλά δεν ήθελαν να παραδεχτούν την πραγματικότητα. Δηλαδή το γεγονός ότι η παγκόσμια ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού που ξεκίνησε με τον Ρήγκαν, τη Θάτσερ και τον Πινοσέτ (για να μην ξεχνιόμαστε) καταρρέει και καταρρέει προς μια πολύ πιο φριχτή κατεύθυνση.
Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία ένα δυο χρόνια στον δυτικό κόσμο περιγράφεται με τον όρο “κενό ηγεμονίας”. Ο κάποτε πανίσχυρος πολιτικός άξονας που είχε οικοδομηθεί από τη σύγκλιση της κεντροδεξιάς με μέρος της σοσιαλδημοκρατίας χάνει ταχύτατα τη λαϊκή στήριξη προς τα αριστερά και προς τα ακροδεξιά ταυτόχρονα. Και χάνοντας προς τις δυο πλευρές, δεν μπορεί πια να αποτελέσει αξιόπιστο μπλοκ εξουσίας.
Η αιτία αυτής της απαξίωσης της πολιτικής σύγκλισης δυνάμεων στο νεοφιλελεύθερο “κέντρο” είναι η οικονομική στασιμότητα της Δύσης. Ο νεοφιλελευθερισμός και η κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού τομέα στην οικονομία συνδέονται πια με πολλά χρόνια αναιμικής ανάπτυξης (συν την κρίση του 2008), την μείωση του πραγματικού εισοδήματος όχι μόνο των εργαζόμενων αλλά και μέρους της μεσαίας τάξης, την απώλεια πλούτου με τις κρίσεις στην αξία της ακίνητης περιουσίας. Ο ανταγωνισμός των δυτικών οικονομιών με τις χώρες “χαμηλού κόστους” μέσω σχεδόν αποκλειστικά της μείωσης των μισθών δεν έφερε κανένα πραγματικό αποτέλεσμα. Γιατί δεν μπορούσε να φέρει. Πως είναι δυνατόν οι βιομηχανικές περιοχές των ΗΠΑ και της δυτικής Ευρώπης να ανταγωνιστούν σε μισθολογικό κόστος την Κίνα; Ενώ οι διακηρύξεις για άλλο μοντέλο ανάπτυξης και αξιοποίηση του τεχνολογικού πλεονεκτήματος των δυτικών οικονομιών έμειναν στα χαρτιά. Η πίεση της άμεσης κερδοφορίας του κεφαλαίου αποδείχθηκε ισχυρότερη κάθε μακρόπνοου σχεδιασμού.
Γιατί δεν πρέπει να χάνουμε από τα μάτια μας ότι η μείωση του εισοδήματος των εργαζόμενων κια της χαμηλής μεσαίας τάξης σε όλο τον δυτικό κόσμο συνοδεύτηκε από την θεαματική αύξηση των ανισοτήτων. Μέσα στην στασιμότητα και την κρίση, οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Στις αγγλοσαξωνικές χώρες χρησιμοποιούν  μια συγκεκριμένη περιγραφή γι αυτό. Μιλούν για το 80% του πληθυσμού που έγινε φτωχότερο και το 20% που έγινε πλουσιότερο. Κια για το 1% που έγινε εντυπωσιακά και προκλητικά πλουσιότερο.
Το μεταναστευτικό πρόβλημα στις ΗΠΑ και η προσφυγική κρίση στην Ευρώπη αποτέλεσαν τη θρυαλίδα. Ήταν πολύ εύκολο για την ακροδεξιά να κατηγορήσει τους μετανάστες και πρόσφυγες για την ανεργία και την μείωση των μισθών. Αυτή η απλοϊκή εξήγηση είναι πολύ πιο εύληπτη από την πραγματική.
Η στροφή των φτωχοποιούμενων μαζών δεν γίνεται αποκλειστικά προς την ακροδεξιά. Και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ σημαντικά μεγέθη πολιτών έχουν στραφεί προς την αριστερά και έχουν απορρίψει την ακροδεξιά ρατσιστική προπαγάνδα. Μια και βρισκόμαστε στην επαύριο της εκλογικής νίκης του Τραμπ, ας δούμε τι έγινε στις ΗΠΑ φέτος.
Στις προκριματικές εκλογές των δτο κομμάτων, συγκρούστηκαν τέσσερεις πολιτικές απόψεις. Η ακροδεξιά του Τραμπ, η κεντροδεξιά των παραδοσιακών Ρεπουμπλικανών, η νεοφιλελεύθερη κεντρώα της Κλίντον, η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών με τον Σάντερς. Πρακτικά οι τέσσερεις απόψεις ήταν ισοδύναμες στην αμερικανική κοινωνία. Η Κλίντον στις προκριματικές πήρε 13 εκατομμύρια ψήφους, ο Σάντερς 10 εκατομμύρια, ο Τραμπ  16 εκατομμύρια, οι παραδοσιακοι Ρεπουμπλικανοί 10 εκατομμύρια. Αν υπολογίσουμε και την επικέντρωση των ΜΜΕ σε Κλίντον και Τραμπ, υπήρχε πλήρης ισοδυναμία σε συνθήκες δίκαιης πληροφόρησης.
Στις δημοσκοπήσεις πριν έξι μήνες φαινόταν ότι και η Κλίντον και ο Σάντερς κερδίζουν τον Τραμπ. Όμως ο Σάντερς κέρδιζε τον Τραμπ πιο άνετα, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Ωστόσο το Δημοκρατικό κόμμα προτίμησε να ρισκάρει με την Κλίντον, που εκφράζει απολύτως την διεθνή σύγκλιση στο νεοφιλελεύθερο “κέντρο” η οποία κυριαρχούσε τα τελευταία 30 χρόνια. Ρισκάροντας αυτό που έδειχναν από την αρχή οι δημοσκοπήσεις, ότι μερίδα των ψηφοφόρων του Σάντερς δεν πέιθονταν να ακολουθήσουν την Κλίντον.
Να ξεκαθαρίσουμε εδώ ότι η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών στήριξε Κλίντον “με χέρια και με πόδια”. Ο Σάντερς και η Γουώρεν γύρισαν όλες τις ΗΠΑ για να καταγγείλουν τον Τραμπ. Και οι παραδοσιακοί αριστεροί Δημοκρατικοί ψήφισαν συντριπτικά Κλίντον, όπως δέιχνει το πολύ μικρό ποσοστό της Πράσινης υποψήφιας Στάιν. Οι οπαδοί του Σάντερς που δεν ψήφισαν Κλίντον προέρχονταν από τους αναποφάσιστους, όχι από την αριστερά. Οι φτωχοποιημένοι λευκοί εργάτες των αποβιομηχανοποιημένων Πολιτειών, άνθρωποι που είχαν ψηφίσει Ρηγκαν και μετά Μπιλ Κλίντον, η “ταλαντευόμενη μάζα” θα ψήφιζε ή Σάντερς ή Τραμπ. Γιατί έβλεπε στην Κλίντον τη συνέχεια μιας πολιτικής που οδήγησε στην τοπική ανεργία και φτώχεια.
Αντίστοιχα κοινωνικά φαινόμενα οδήγησαν στη νίκη του Brexit στο βρετανικό δημοψήφισμα, στην ενίσχυση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Και πάλι με την αριστερά να είναι παρούσα, να δίνει μάχες, να ενισχύεται πολιτικά.
Η απροθυμία μέρους της σοσιαλδημοκρατίας να δει την πολιτική κατάρρευση  της συμμαχίας της με την κεντροδεξιά δίνει χώρο στην ακροδεξιά να βγει μπροστά. Στην Ισπανία το παλιό κατεστημένο στους Σοσιαλιστές υπονόμευσε τον Σάντσεθ και έδωσε την εξουσία στον Ραχόι. Θα το πληρώσουν πολιτικά. Στην Βρετανία οι ίδιες δυνάμεις, οι οπαδοί του Μπλερ, πριονίζουν τον Κόρμπιν. Αντικειμενικά δουλεύουν υπέρ των Συντηρητικών και της ακροδεξιάς ηγεμονίας στο εσωτερικό τους.
Στο διεθνές πολιτικό τοπίο όπως διαμορφώνεται μετά την νίκη Τραμπ, η ανάσχεση της ακροδεξιάς αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Αλλα αυτή προϋποθέτει μια εναλλακτική προοδευτική πρόταση απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό που καταρρέει. Μια προοδευτική πρόταση αριστεράς -κεντροαριστεράς, όχι μπαλώματα με υλικά του παρελθόντος. Όχι άλλους Μπλερ, Γκονζάλεθ, Βενιζέλους. Απέναντι σ” αυτούς η ακροδεξιά παίζει χωρίς αντίπαλο. Απέναντι στους Τραμπ, στο γερμανικό AfD και τις προσεγγίσεις του με Σόιμπλε, στη ΛεΠεν και την ηγεμονία της πάνω στο Σαρκοζί, μπορεί να σταθεί μόνον η ευρεία αριστερά. Δεν υπάρχει χώρος πια για το νεοφιλελεύθερο “κέντρο”. Έφτασε η ώρα ή αυτοί ή εμείς. Το ευρύτερο δυνατό “εμείς”  αλλά με τον πιο ισχυρή οριοθέτηση και από τον νεοφιλελευθερισμό και από την ακροδεξιά.
Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου