Εγκαινιάστηκε σήμερα η αναδρομική έκθεση Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης – Ένα άλλο Τριάντα στη ζωγραφική στη Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, στο κτίριο του Μεταξουργείου και θα διαρκέσει έως τις 18 Δεκεμβρίου 2016. Την έκθεση επιμελείται ο διευθυντής της Πινακοθήκης Ντένης Ζαχαρόπουλος σε συνεργασία με τον καθηγητή Αντώνη Κωτίδη που έχει συγγράψει και το ομότιτλο βιβλίο, για το οποίο όταν εκδόθηκε έγραψα τo ακόλουθο άρθρο στην Καθημερινή.
Της Βασιλίκας Σαριλάκη
«Γιατί γίνεται μύθος η μνήμη στην Ελλάδα;», αναρωτιέται στο βιβλίο της «Ο μύθος της Ελληνικότητας» η τεχνοκριτικός Ελένη Βακαλό. Μήπως τελικά το άγχος επιβεβαίωσης της ελληνικής ταυτότητας μας κρατάει ακόμα νοσταλγικά καθηλωμένους στο ιερόν άβατον της γενιάς του '30 και τον απόηχό της;
Η ιστορική κι επιστημονική ανάλυση δείχνει τελευταία να το ξανασκέφτεται. Πρόσφατα επαναξιολογήθηκαν οι αφαιρετικές, μοντερνιστικές εκδοχές των ζωγράφων Μιχάλη Οικονόμου και Σπύρου Παπαλουκά κι έρχεται τώρα να προστεθεί και ο Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης με το βιβλίο «Ενα άλλο Τριάντα στη ζωγραφική» του ιστορικού τέχνης Αντώνη Κωτίδη. Μια αθέατη πλευρά κι ένας κρυφός πλούτος στις απαρχές της εικαστικής ιστορίας του αιώνα μας αναδύονται σχεδόν απ' το πουθενά. Μοιάζει ανακουφιστική η διαπίστωση που προκύπτει από τη μακρόχρονη έρευνα του Κωτίδη ότι πέραν των καθαγιασμένων επισήμως ρευμάτων υπάρχει ένα νέο πεδίο, ένα «άλλο Τριάντα» που δεν «φοβάται» πλέον να προσεγγίσει η ιστορική έρευνα.
Πράγματι, η χαλάρωση της αγωνιώδους μας ανάγκης για εθνοκεντρισμό, που σχεδόν ταυτίζεται με το τέλος της γενιάς της μεταπολίτευσης, μας ανοίγει επιτέλους τον δρόμο να δώσουμε παραπάνω από μία εξηγήσεις για την εικαστική μας κληρονομιά. Κάτι που ασφαλώς δεν μπορούσε να χειριστεί αδέκαστα ούτε η γενιά του '30 (έχοντας πίσω της βαλκανικούς πολέμους και μικρασιατική καταστροφή), ούτε του '40, όταν εμπεδώθηκε το ιδεολογικό και εικονιστικό πρότυπο της Ελληνικότητας. Ούτε καν του '60 ή του '70 όταν σε περίοδο δικτατορίας, εύλογα «στρατολογήθηκαν» οι Σεφέρης, Ελύτης, Τσαρούχης κ.ά. αφού πλέον ο Κόντογλου, ο Μαλέας και ο Παρθένης ήταν μακριά.
Οι παράπλευρες απώλειες
Τι υποστηρίζει, όμως, ακριβώς, ο Κωτίδης και σε τι η έρευνά του αποδίδει καρπούς ή προσθέτει σε προβληματισμό;
Κατ' αρχάς υποστηρίζει ότι η γενιά του '30, που απασχόλησε λόγιους και καλλιτέχνες, λόγω των στερεοτύπων της, περιχαράκωσε την αισθητική έκφραση σε ένα ιδεολόγημα, που ηγεμόνευσε ώς το τέλος της δεκαετίας του '50. Οι «παράπλευρες απώλειες» ήταν ο πόλεμος κατά των «υποκειμενικών» ζωγράφων και της ατομικότητας στην έκφραση, αλλά και η μετέπειτα επιτυχής μάχη κατά της αφαίρεσης.
Η έμφαση στο λαϊκότροπο και βυζαντινό στοιχείο που επικράτησε στον μεσοπόλεμο (Φ. Κόντογλου, Κ. Μαλέας, Κ. Παρθένης, Σπ. Παπαλουκάς κ.λπ.) αν και φλέρταρε -προσθέτει- με τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό, παρήγαγε μια φορτισμένη συναισθηματικά τυπολογία (το «συλλογικό ιδίωμα» της Ελληνικότητας) που παραμέρισε εντέλει άλλες εκφράσεις όπως του Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη ή του Γιώργου Μπουζιάνη ή του Νίκου Λύτρα. Οι οποίοι χωρίς να είναι λιγότερο ευαίσθητοι εθνικά, επέλεξαν να εκφράσουν έναν αμιγέστερο μοντερνισμό, χωρίς στοιχεία εθνικών σημάνσεων, με άλλη θεματολογία και τεχνοτροπία από εκείνη για παράδειγμα του Κόντογλου ή του Παρθένη.
Αυτοί αποτελούν το «άλλο Τριάντα» στο οποίο αναφέρεται ο συγγραφέας, ο οποίος αδέκαστα -ας σημειωθεί- δικαιολογεί την περιφερειακή πρόσληψη του μοντερνισμού στην Ελλάδα, εκθέτοντας, συγκριτικά, ανάλογα φαινόμενα σε Βουλγαρία, Τσεχία, Τουρκία κ.λπ.
Η μελέτη του Κωτίδη προσεγγίζει μεθοδικά και με παιδευτικό τρόπο (σ.σ. είναι καθηγητής ιστορίας τέχνης στο ΑΠΘ) τη νέα, ανεξερεύνητη περιοχή, αρνούμενος να υποκύψει στον εύκολο νομιναλισμό των ρευμάτων, υιοθετώντας ως υπόδειγμα της «υποκειμενικής τάσης» το έργο του Τριανταφυλλίδη.
Γιατί, όμως, του συγκεκριμένου καλλιτέχνη, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί.
Γιατί ο Τριανταφυλλίδης, αν κι έκανε σπουδές σε Αθήνα, Μόναχο και Παρίσι, έδρασε καλλιτεχνικά εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με τον Γ. Μπουζιάνη που εμφανίστηκε το '35 στην ελληνική ζωγραφική και του Μ. Οικονόμου που επέστρεψε το '28 και έζησε τα τελευταία του πέντε μόλις χρόνια στην Ελλάδα.
Ο μοντερνιστής Τριανταφυλλίδης
Ο Τριανταφυλλίδης, ένας πολύμορφος όσο και πολυσυλλεκτικός καλλιτέχνης, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1881 και πέθανε στην Αθήνα το 1955. Είχε κοινή καταγωγή και ίδια περίπου ηλικία με τον Μαλέα, με τον οποίο για ένα διάστημα είχαν κοινό εργαστήριο στην Τσακάλωφ. Αρχικά ασχολήθηκε πολύ με σκηνές εσωτερικών χώρων. Οι σκηνές αυτές, λαθεμένα -κατά τον Κωτίδη- χαρακτηρίστηκαν ως ηθογραφικές, αφού δεν στόχευαν στη γραφικότητα ούτε και στον διδακτισμό. Από το '30 και μετά κρυστάλλωσε το δικό του, ιδιαίτερο κι απαρέγκλιτο ύφος. Εκείνο των θαμπών εσωτερικών, των χαμηλόφωνων χρωμάτων, της ιδιωτικότητας, της ευάλωτης ανθρώπινης υπόστασης και της πνευματικής της αύρας. Οι εικόνες του αντλούν από τον κόσμο της γειτονιάς, της αυλής, του εργατικού κι αγροτικού μεροκάματου. Ή πάλι στρέφονται σε τρυφερές συνομιλίες, νταντάδες, λουόμενα κορίτσια και πιερότους.
Οι μορφές σχεδόν αφαιρετικές, χωρίς περιγράμματα, ενσαρκώνουν το πνεύμα του χώρου σε μια σχέση μέθεξης μαζί του. Η προοπτική διαλύεται στην ολιγοχρωμία και την αχλύ που δημιουργείται, καταργώντας κάθε χωριστικότητα. Πρόκειται για έναν μοντερνισμό χωρίς κραυγές και για μιαν αξιοζήλευτη για την εποχή της ισορροπία, ανάμεσα στον δυτικό μοντερνισμό και το ελληνικό «χρώμα» που δεν λείπει.
Ούτε μία ατομική
Το ιδίωμα του Τριανταφυλλίδη καταφέρνει να διηθήσει πολλά κι ετερόκλητα στοιχεία ταυτοχρόνως. Την εσωτερικότητα των τοπίων του Μ. Οικονόμου, την περισυλλογή των μορφών του Π. Βυζάντιου με εκείνη του μετεμπρεσιονιστή G. Seurat. Επίσης τη θηλυκή αθωότητα της ζωγραφικής του Ε. Degas με την κοινωνική ευαισθησία του Η. Daumier και την αναντίρρητη αλήθεια του Picasso. Τέλος, τη σπαραχτική του εξομολόγηση για μια ζωή ανέχειας, δίπλα σε μια φυματική γυναίκα που φρόντιζε για 10 χρόνια.
Ο Τριανταφυλλίδης, που εξέθετε επί 40 χρόνια σε ομαδικές, δεν έλαβε ποτέ μακροσκελείς κριτικές ούτε έκανε ατομική. Το φαινόμενο φυσικά δεν ξενίζει, όχι μόνον για τους λόγους που προαναφέρθηκαν αλλά και γιατί ούτε και αναγνωρισμένοι καλλιτέχνες σαν τον Γύζη δεν τιμήθηκαν εν ζωή με ατομική στην Ελλάδα! Η φιλότιμη, ωστόσο, προσπάθεια του Κωτίδη, που συγκέντρωσε από το '76 ώς σήμερα 200 έργα του καλλιτέχνη, του αφιερώνει μια πρώτη ολοκληρωμένη μονογραφία και μαζί μ' αυτήν προσφέρει μια συγκριτική ανάγνωση της πρώτης τριακονταετίας του εικαστικού γίγνεσθαι στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Σήμερα, το έργο του Τριανταφυλλίδη αναδύεται ζωντανό κι ευαίσθητο από τη «σκαπάνη» του Κωτίδη και μαζί ανανεώνονται οι ελπίδες κι άλλων, νέων ερευνητών που θέλουν να κοιτάξουν στην αθέατη πλευρά της σελήνης των εικαστικών μας γιατί διαπιστώνουν ανακουφισμένοι ότι κάθε άλλο παρά «έρημη χώρα» είναι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου