Έκανε «προσωπική του επιλογή» την δεξιά του Αδωνι και κινδυνεύει να χάσει, εκτός από το κέντρο, και την κεντροδεξιά. Πλειοδότησε στο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο και πληρώνει τον πολιτικό λογαριασμό του Σαμαρά και του Βενιζέλου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμετράται πλέον με τα στρατηγικά του αδιέξοδα, βλέπει την ψαλίδα των δημοσκοπήσεων να κλείνει και τα ποσοστά της ΝΔ να πιάνουν «ταβάνι», και αναγκάζεται σε επαναπροσδιορισμό ατζέντας δια της… διπλής «κωλοτούμπας».
To Mακεδονικό και η συνταγματική αναθεώρηση αναδεικνύονται στα δύο ορόσημα του εγκλωβισμού του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας σε μια τακτική που κόβει πολιτικό κεφάλαιο από τον ίδιο και διόδους διεύρυνσης από το κόμμα του. Και η στροφή που πλέον επιχειρεί είναι εμφανώς επισφαλής γιατί γίνεται σε κενό στρατηγικής.
Η στροφή στο Μακεδονικό
Στο Μακεδονικό, αμέσως μετά το μεγάλο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεγε να εγκαταλείψει την γραμμή του Βουκουρεστίου και του Κώστα Καραμανλή και να υιοθετήσει τη γραμμή της «μη λύσης».
«Η λύση να αναζητηθεί σε άλλη συγκυρία, δεν θα γίνουμε συνένοχοι στον τραυματισμό του έθνους», δήλωνε τότε ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ, και υιοθετούσε τους υπερπατριωτικούς τόνους Σαμαρά: «Δεν είναι δυνατόν να διχάσουμε τους Έλληνες για να ενώσουμε τους Σκοπιανούς», έλεγε.
Δύο μήνες μετά, με την ΝΔ να μην καταγράφει δημοσκοπικά κέρδη από την υπερπατριωτική γραμμή και με εμφανείς ρωγμές στο «αντιΣΥΡΙΖΑ μπλοκ», εξαναγκάζεται στην αναδίπλωση: «Δεν έχω προεξοφλήσει τη στάση μου στο Σκοπιανό. Επιφυλασσόμαστε να δούμε τι θα φέρει η κυβέρνηση και θα εξετάσουμε την οποιαδήποτε συμφωνία», δήλωσε χθες στον Real FM.
Η συνταγματική αναθεώρηση
Ανάλογη είναι η εικόνα της πολιτικής αστάθειας και στην συνταγματική αναθεώρηση, με την στροφή εδώ να γίνεται σε πολύ πιο σύντομο χρόνο.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης –και σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση από την εκπρόσωπο του κόμματός του – δήλωνε τηλεφωνικώς στην Φώφη Γεννηματά πως η αναθεώρηση «δεν είναι του παρόντος» καθώς «απαιτούνται ευρείες συναινέσεις που δεν διαμορφώνονται με ευθύνη του κ. Τσίπρα».

Χθες, στην ίδια συνέντευξη, το πολιτικό στίγμα του αρχηγού της ΝΔ θόλωσε ξανά. Και ο ίδιος άφησε τα πάντα ανοιχτά – ακόμη και τον διάλογο με τον Αλέξη Τσίπρα, που την περασμένη εβδομάδα αποκήρυσσε: «Το 2016», είπε, «ένα μήνα αφότου είχε εκλεγεί Πρόεδρος πήγα στον κ. Τσίπρα και πρότεινα να δεχθεί όλα τα άρθρα η ΝΔ που θεωρεί ο ΣΥΡΙΖΑ αναθεωρητέα και το αντίστοιχο. Η πρόταση ισχύει στο ακέραιο. Δεν πήρα ποτέ απάντηση από τον κ. Τσίπρα. Θέλουμε μια μεγάλη συνταγματική αναθεώρηση γιατί αυτό χρειάζεται η χώρα».
Κατόπιν τούτων, ήταν αναμενόμενο ο ΣΥΡΙΖΑ να καταλογίσει «πολιτική σύγχιση» στον αρχηγό της ΝΔ, η Δημοκρατική Συμπαράταξη να ρωτά εάν «είναι ή δεν είναι τελικά του παρόντος» η συνταγματική αναθεώρηση, και ο Σταύρος Θεοδωράκης να καλεί άπαντες να βάλουν τις προτάσεις τους στο τραπέζι και «να αναλάβουν τις ευθύνες τους».
Η αυτοακύρωση της Νέας Δημοκρατίας
Το δομικό όμως πρόβλημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι πως, και στις δύο περιπτώσεις, οι αρχικές του θέσεις εμπεριείχαν στοιχεία αυτοακύρωσης και πολιτικού αποπροσανατολισμού για το ίδιο του το κόμμα. Στο θέμα του συντάγματος ήταν η ίδια η ΝΔ που είχε ανοίξει την δημόσια συζήτηση έστω και για περιορισμένη και στοχευμένη αναθεώρηση, υποδεικνύοντας και τα άρθρα που πρέπει επειγόντως να αλλάξουν. Στο Μακεδονικό επίσης, η συμφωνία που επιδιώκει η κυβέρνηση πατά ακριβώς πάνω στην γραμμή που χάραξε στο Βουκουρέστι το 2008 ο Κώστας Καραμανλής με υπουργό Εξωτερικών την Ντόρας Μπακογιάννη.
Τα στοιχεία αυτά επισημαίνονται με εμφανή δυσφορία από τα ίδια τα στελέχη της ΝΔ - όχι μόνον τα προερχόμενα από το καραμανλικό μπλοκ και μηδέ της Ντόρας Μπακογιάννη εξαιρουμένης. Και συνοδεύονται από το, όλο και πιο έντονο, ερώτημα  για το πού ακριβώς χάθηκε, και με ποιο αντίκρυσμα, η φιλελεύθερη ταυτότητα του κόμματος…