Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

8 ΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΣΤΕΛΙΟ....


Το «ααα» του κόσμου

Οι Έλληνες άκουγαν Θεοδωράκη και Χατζιδάκι,
μα τραγουδούσαν Καζαντζίδη


Γεννήθηκε με το παράπονο. Ούτε η επιτυχία και τα χρήματα που ήρθαν ούτε η λατρεία των θαυμαστών του κατόρθωσαν να τον παρηγορήσουν.

Η κοντόφθαλμη αριστερά δεν είδε πως ήταν το πιο ατόφιο, δικό της παιδί· οι διανοούμενοι περιφρονούσαν και απέρριπταν τα τραγούδια του. Δεν κατάλαβαν ότι ο Στέλιος Καζαντζίδης δεν ήταν απλώς ο κορυφαίος Έλληνας τραγουδιστής, αλλά ένα κοινωνικό φαινόμενο.

Τις δεκαετίες '50-'60 οι Έλληνες ζούσαν υπό τραγικές συνθήκες· η οικονομική εξαθλίωση, η αναγκαστική μετανάστευση, η αδικία, τα βάσανα και οι κοινωνικοί αποκλεισμοί είχαν κάνει τη ζωή τους απελπισία.

Η άρχουσα τάξη της χώρας προσέβλεπε στη Δύση και περιφρονούσε έως εξοστρακισμού κάθε στοιχείο λαϊκής έκφρασης που δεν είχε το δυτικό του αντίστοιχο. Το ρεμπέτικο τραγούδι είχε σβήσει μέσα στις περιθωριακές ομάδες που εκπροσωπούσε, και στο κρατικό ραδιόφωνο και στα κοσμικά κέντρα της εποχής έπαιζαν δυτικότροπα ελαφρά τραγούδια, μάμπο, τσατσά και ρούμπες.

Τότε ακούστηκε ο Στέλιος.

Μια κρυστάλλινη, αρρενωπή φωνή με κύρος πέρναγε πάνω από τις στέγες των φτωχόσπιτων και συναντούσε τους ανθρώπους στους δρόμους, στα καφενεία, στις ταβέρνες, στις αυλές των σπιτιών· έμπαινε από τις ανοιχτές πόρτες στα δωμάτια που έμεναν ολόκληρες οικογένειες και τους έκανε να σωπάσουν συλλογισμένοι. Ήταν μια φωνή που τραγουδούσε τα δικά τους βάσανα, τα ανύψωνε σε δραματικές σφαίρες, και σε ορισμένες περιπτώσεις τούς προσέδιδε διαστάσεις έπους.

Τα τραγούδια του Στέλιου είναι ένα μεγάλης ακρίβειας ρεπορτάζ των παθών και των αισθημάτων του ελληνικού λαού. Πήρε πάνω του όλο το ψυχικό φορτίο για τη φτώχεια, την εγκατάλειψη, τον ξεριζωμό και το χαμένο όνειρο. Αλλά δεν έγινε απλώς ένας χαρισματικός διαμεσολαβητής μεταξύ κάποιου συνθέτη και των ακροατών στα μαύρα χρόνια.

Ήταν ο ίδιος απαρηγόρητος.

Η υπόδειξη του Γκράμσι στους ηγέτες της εργατικής τάξης να προσπαθήσουν να περάσουν από το «κατανοώ» στο «αισθάνομαι» για τον Καζαντζίδη ήταν περιττή. Η φωνή του και ο τρόπος της αποκάλυπταν την καταγωγή του και τα δικά του προσωπικά βάσανα. Αισθανόταν ώς τα μύχια της ψυχής του αυτά που τραγουδούσε. Έφερε τη βαριά δωρεά της ταυτοπροσωπίας με το έργο του. Πόναγε αφόρητα με τα τραγούδια του· ορισμένες φορές έκλαιγε την ώρα της ηχογράφησης στο στούντιο. Κι αν ο ίδιος ελέγχει για κάτι τον εαυτό του, είναι για τις ελάχιστες στιγμές που χάρηκε· αυτός ο άνθρωπος με το πένθος ζωής εξομολογείται πως δεν έπρεπε να πει το «Σήκω χόρεψε, κουκλί μου»· δεν του ταίριαζε.

Ο Στέλιος ήταν μια ψυχή που κλαίει.

Οι αναίσθητοι τον χλεύασαν πως κλαψουρίζει· το κλάμα όμως δεν είναι κακό, λυτρωτικό είναι. Η φωνή του ήταν μια αδελφική αγκαλιά να τρυπώσεις και να παραπονεθείς. Και οι ανυποψίαστοι που ζήσανε προστατευμένοι και κόπτονται υπέρ μιας πολυπολιτισμικότητας (την οποία εννοούν ως πλήρη εκδυτικισμό) τον κατηγόρησαν για ορισμένα αραβοϊνδόπνευστα τραγούδια· ενώ τα παιδιά των καλών σχολείων μπορούν να άδουν εν χορώ τα άνοστα «Frére Jacques», «Jingle Bells», «Der Lindenbaum» και μαντράχαλοι ακόμη να εύχονται τραγουδιστά «Happy Birthday».

Ο Στέλιος ήταν ανδροπρεπής, ευγενικός και βαθιά μελαγχολικός. Η φωνή του και ο τρόπος της ήταν ένα υψηλής αισθητικής άκουσμα· έφεραν το ήθος και το ύφος της Ανατολής με σπάνιας διαύγειας άρθρωση των φωνηέντων· ιδίως το παραπονεμένο «ααα» του ήταν άκουσμα μοναδικής συγκίνησης και ομορφιάς.

Ο αρρενωπός λυγμός του Στέλιου ήταν ο λυγμός ενός ολόκληρου λαού· μιας χώρας που αιμορραγούσε. Ο βρετανικός «Γκάρντιαν» το κατέγραψε:

«Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της φωνής του Καζαντζίδη, που του επέτρεψε να περάσει στους ακροατές του τον πόνο της προδοσίας και του αποχωρισμού, είναι η άρθρωση του φωνήεντος "α". Δεν έμοιαζε με τον τρόπο που το αρθρώνουν οι τραγουδιστές της όπερας, που επιδεικνύουν τις φωνητικές τους ικανότητες και το πιάνουν πολύ ψηλά. Αντίθετα, ακουγόταν σαν παιδικός λυγμός που έβγαινε μέσα από την καρδιά».

Η πραγματικότητα είναι πως το ευρύ λαϊκό κοινό που φιλοδόξησαν να κερδίσουν οι συνθέτες του έντεχνου τραγουδιού ανήκει στον Καζαντζίδη και στα πάνω από 3.000 περιφρονημένα τραγούδια του.

Οι Έλληνες άκουγαν Θεοδωράκη και Χατζιδάκι, μα τραγουδούσαν Καζαντζίδη. Στη γιορτή, στον πόνο, στο αυτοσχέδιο γλέντι, στο μεράκι, στο ερωτικό βάσανο θέλανε τα «δικά τους» τραγούδια. Ακόμη και σήμερα άλλα παίζει η τηλεόραση και το ραδιόφωνο και άλλα τραγουδάει ο κόσμος.

Η μυθική «Μαντουμπάλα» ακουγόταν παντού και ήταν επί 10 χρόνια πρώτη σε πωλήσεις· εκτοπίστηκε από την κορυφή μόνο από ένα άλλο δικό του τραγούδι. Οι απλοί άνθρωποι βαφτίζανε τα παιδιά τους Στέλιο και ορκίζονταν στη φωτογραφία του. Σταμάταγε το τρένο και κατέβαιναν ο οδηγός κι οι επιβάτες για να τον ακούσουν. Μόνο η Ουμ Καλσούμ στο Κάιρο και η Φεϊρούζ στον Λίβανο προκαλούσαν ανάλογα και ακόμη μεγαλύτερης έντασης γεγονότα.

Ο Στέλιος δεν υπήρξε ποτέ απόμακρο είδωλο ούτε ο ρεμπέτης που κανείς δεν ξέρει από πού κρατάει η σκούφια του. Οι πάντες ήξεραν τα πάντα γι' αυτόν· η ζωή του ήταν ανοιχτό βιβλίο, όπως η ζωή του γείτονα: παιδί προσφύγων, ορφανό από πατέρα, αφοσιωμένος γιος και με λαϊκή γυναίκα ορατή σε όλους.

Η τέλεια περιφρόνησή του προς τον πλούτο και την πολυτέλεια έδωσε κουράγιο και αξιοπρέπεια στους Έλληνες να υπομείνουν τη φτώχεια τους.

Το προσφυγόπαιδο Στέλιος Καζαντζίδης είχε τραβήξει εξ αρχής μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους αδικημένους, που κατέτασσε και τον εαυτό του, και στους δυνατούς, που όριζαν τις τύχες των άλλων. Θα μπορούσε, όποτε ήθελε, να περάσει στην άλλη πλευρά, μα ποτέ δεν το διανοήθηκε. Παρέμεινε πεισματικά μαζί με τους φτωχούς και τους ανυπεράσπιστους και, όπως ο ίδιος έλεγε, «φόραγαν το ίδιο παντελόνι».

Αμφισβήτησε έντονα με τη ζωή και τα τραγούδια του το χρήμα· τη μία και μοναδική αξία ζωής που εμφανίστηκε τότε και απειλούσε τη γνησιότητα των αισθημάτων. Τα τραγούδια που διάλεγε υμνούσαν τις παραδοσιακές αξίες και τα λαϊκά ήθη· εντιμότητα, έρωτα, φιλία, πίστη και αξιοπρέπεια.

Όπως ήταν επόμενο, ηττήθηκε.

Η δύναμη του χρήματος τις επόμενες δεκαετίες παρέσυρε τα πάντα· στα μαγαζιά που δούλευε, εμφανίστηκε ένα νεόπλουτο κοινό που έσπαγε επιδεικτικά κολόνες πιάτα και θορυβούσε ξεδιάντροπα όταν εκείνος τραγουδούσε.

Τότε τράπηκε σε φυγή.

Εγκατέλειψε τα κέντρα στην ακμή της καριέρας του (1965) και παρά τις απίστευτα δελεαστικές προτάσεις δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά ενώπιον κοινού.

Τελευταία είπαν ότι η εικόνα του ράγισε στις αίθουσες των δικαστηρίων και στις τηλεοπτικές οθόνες. Πάλι δεν κατάλαβαν. Ο Στέλιος ήταν για άλλη μία φορά ο εαυτός του. Εκτέθηκε όπως εκτίθενται οι λαϊκοί άνθρωποι στους άξενους γι' αυτούς χώρους γραφείων και δικαστηρίων· που δεν έχουν τρόπους να αντιμετωπίσουν τους αεριτζήδες και τους πονηρούς.

Κι έφυγε με το παράπονο.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2009

ΑΝΑΒΛΗΘΗΚΕ Η SOLD OUT ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ ΣΤΑ ΤΡΙΚΑΛΑ

ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 7 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΘΑ ΔΟΘΕΙ Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ ΠΟΥ ΑΝΑΒΛΗΘΗΚΕ ΛΟΓΩ ΒΡΟΧΗΣ



Αναβλήθηκε λόγω βροχής η παράσταση του Χάρρυ Κλυνν «ΕΝΑΣ ΗΡΩΑΣ ΜΕ ΠΑΝΤΟΦΛΕΣ» που επρόκειτο να δοθεί την Τετάρτη 5 Αυγούστου στο Ανοιχτό Δημοτικό Θέατρο «ΦΡΟΥΡΙΟ» Η παράσταση θα δοθεί την Παρασκευή 7 Αυγούστου στον ίδιο χώρο. Ώρα έναρξη της Παράστασης 9:30 μμ Ισχύουν τα εισιτήρια που έχουν προπωληθεί, καθώς και τα εισιτήρια του ΟΓΑ και της Εργατικής Εστίας

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009

ΜΟΙΡΑΙΟΙ

Γυρνάς και βλέπεις τον κόσμο που αφήνεις πίσω σου και σε πιάνει τρόμος…
Τρόμος γι αυτά που έφυγαν, γι αυτά που έρχονται.
Αναρωτιέσαι αν πήρες μέρος σ’ αυτό το παιχνίδι της φθοράς, σ’ αυτό το παιχνίδι της φρίκης. Αναρωτιέσαι, αλλά δε βρίσκεις απάντηση καμία…
Είναι εκείνη η ώρα η βουβή που δεν έχει σχήμα, ούτε μέγεθος. Εκείνη η ώρα που σε πάει και σε φέρνει σε τόπους άνυδρους και πλατείες πενθηφορούσες…
Θυμάσαι ημέρες άνοιξης και καθαρά χαμόγελα. Φέρνεις στη σκέψη παλικαριές κι ανδραγαθήματα, θυσίες και αγώνες… Και λες, μα πως χαθήκαν όλα, πως εξαφανίστηκαν;
Και να ο κήρυκας με την στεντόρεια φωνή της απώλειας που διαλαλάει την πραμάτεια του… Κι ο γητευτής με το πλατύ χαμόγελο και τις ατέλειωτες υποσχέσεις…
Και να ο μέγας ιεροεξεταστής που ετοιμάζεται να αναγγείλει την ετυμηγορία του…
Και να κι εσύ που πίστεψες «πως θα γινόσουν άλλος…»

Μέσα στον όχλο που σε πάει και σε φέρνει, μέσα στις φωνές και τα ποδοβολητά των τρομοκρατημένων, μέσα στην αγωνία του σήμερα και στο φόβο του αύριο προσπαθείς να κρυφτείς πίσω από φθαρμένες ιδεολογίας πίσω από ανύπαρκτα θεωρήματα. Κι ούτε που σκέφτεσαι να ορθώσεις το ανάστημά σου, να μετατρέψεις τον ψίθυρό σου σε κραυγή, τον φόβο σε οργή να μετατρέψεις, την υποταγή σου σε εξέγερση.

Δες τους με τι αναίδεια περνούν από μπροστά σου σαν σε παρέλαση… Ανόητοι, φιλόδοξοι, αχόρταγοι με χέρια λερωμένα και μέτωπα βρόμικα. Παρελαύνουν και σε περιγελούν, σε υβρίζουν, σε γελοιοποιούν… |
Κι εσύ ταμπουρωμένος στο πόστο που σε όρισαν εκείνοι, πίσω από την ίδια τη σκιά σου, από τον ίδιο σου το θάνατο…. «δειλός, μοιραίος και άβουλος αντάμα, προσμένεις ίσως κάποιο θάμα…»

Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "ΚΕΝΤΡΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ" 11/7/09

Κυριακή 5 Ιουλίου 2009

ΕΚΘΕΣΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΤΟΥ ΧΑΡΡΥ ΚΛΥΝΝ ΣΤΟ ΠΛΩΜΑΡΙ

ΣΗΜΕΡΑ 5/7/09 ΣΤΙΣ 9:30 ΣΤΗΝ ΕΔΕΣΣΑ ΣΤΟ "ΘΕΑΤΡΟ ΓΑΒΑΛΙΩΤΙΣΣΑΣ" ΘΑ ΔΟΘΕΙ Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ 26/6/09 ΠΟΥ ΑΝΑΒΛΗΘΗΚΕ ΛΟΓΩ ΒΡΟΧΗΣ... ΤΙΣ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ... ΠΛΩΜΑΡΙ ΛΕΣΒΟΥ!.. ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΠΛΩΜΑΡΙ, ΕΧΟΥΜΕ ΕΚΘΕΣΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ... ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΡΘΟΥΝ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΝΑ ΔΟΥΝΕ ΤΑ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΑΠΟ ΚΟΝΤΑ... ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΑΠΟΓΕΥΜΑ... ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ ΣΤΗ ΛΑΡΙΣΑ "ΚΗΠΟΘΕΑΤΡΟ ΑΛΚΑΖΑΡ"... ΜΑΚΡΥΣ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ "ΗΡΩΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΝΤΟΦΛΕΣ"

Η ΑΦΙΣΑ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

Την Τρίτη 7 Ιουλίου 2009, στις 8 το βράδυ, στην αίθουσα της Λέσχης Πλωμαρίου «Βενιαμίν ο Λέσβιος», θα γίνουν τα εγκαίνια της τρίτης ατομικής έκθεσης ζωγραφικής του Χάρρυ Κλυνν που οργανώνεται από τον Τομέα Πολιτιστικών του Δήμου Πλωμαρίου και την Λέσχη Πλωμαρίου

Ο Χάρρυ Κλυνν παρουσιάζει την τελευταία του εικαστική δουλειά με τίτλο «ΜΕ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ» Η έκθεση περιλαμβάνει 20 πίνακες μεγάλων και μικρών διαστάσεων (ακρυλικά και μεικτές τεχνικές σε καμβά)

ΠΡΕΜΙΕΡΑ 60Χ100 ΜΕΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

Γεννημένος στην Καλαμαριά ο Χάρρυ Κλυνν εκδηλώνει το συγγραφικό και υποκριτικό του ταλέντο από μικρή ηλικία. Το 1958, ξεκινώντας από μια βραδιά ταλέντων του Γ. Οικονομίδη, μετακομίζει στην Αθήνα απ' όπου ξεκινά την καλλιτεχνική του σταδιοδρομία.
Μέσα σε οχτώ χρόνια κατορθώνει να διακριθεί και να έχει σημαντική πορεία στο χώρο των νυχτερινών κέντρων, κυρίως και των καμπαρέ.
Στις αρχές της δεκαετίας του 60 γυρίζει τις πρώτες του κινηματογραφικές ταινίες και κάνει τις πρώτες του θεατρικές εμφανίσεις στα θέατρα «ΑΚΡΟΠΟΛ» και «ΧΑΤΖΗΧΡΗΣΤΟΥ».
Από το 1964 έως το 1974 ζει και εργάζεται στη Β. Αμερική και διαπρέπει ως συγγραφέας και stand up comedian.
Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1974 και αλλάζει τη μορφή της νυχτερινής διασκέδασης παρουσιάζοντας για πρώτη φορά ευρηματικά και πρωτότυπα shows στο χώρο των νυχτερινών κέντρων και των μπουάτ.
Οι δίσκοι του που κυκλοφορούν την ίδια εποχή κρατάνε για χρόνια τις πρώτες θέσεις στα δισκογραφικά charts και οι ταινίες του σπάνε όλα τα ρεκόρ των εισιτηρίων.
Οι επιλεκτικές εμφανίσεις του στην τηλεόραση του χαρίζουν τον τίτλο του εμπορικότερου καλλιτέχνη της χιλιετίας (AGB) και οι παραστάσεις του στα θέατρα «ΟΡΦΕΑΣ», «ΑΛΣΟΣ», «ΔΕΛΦΙΝΑΡΙΟ» και «ΜΙΝΩΑ» καταρρίπτουν κάθε προηγούμενο εισπρακτικό ρεκόρ.
Το 1998 παρουσιάζει την πρώτη του ζωγραφική έκθεση, «ΚΟΚΚΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ»,στον «ΕΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΥΚΛΟ» και τον Οκτώβριο του 2003 κυκλοφορεί το ένατο κατά σειρά βιβλίο του από τις «ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ».
Από το 2006 μένει μόνιμα γενέτειρά του Καλαμαριά.
Το 2008 παρουσιάζει τη δεύτερή του έκθεση ζωγραφικής στην «ΓΚΑΛΕΡΙ ΙΑΝΟΣ» της Θεσσαλοινίκης.
Μετατρέπει το «ΘΕΑΤΡΟ ΑΘΗΝΑΙΟΝ» και την
«ΑΠΟΘΗΚΗ Δ ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ» σε πολυχώρους πολιτισμού (θέατρο, Σκηνή Νέων Δημιουργών, Θεατρικό Εργαστήρι, έκθεση εικαστικών) και ηγείται της Δημοτικής παράταξης «ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΛΑΜΑΡΙΑΣ» στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου.
Θα είναι υποψήφιος Δήμαρχος Καλαμαριάς στις δημοτικές εκλογές του 2010.

ΠΟΥ
Λέσχη Πλωμαρίου «Βενιαμίν ο Λέσβιος», ΠΛΩΜΑΡΙ ΛΕΣΒΟΥ
ΠΟΤΕ 7-22 ΙΟΥΛΙΟΥ 2009


ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΚΛΕΙΣΤΑ 60Χ80 ΜΕΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

O Βασίλης Τριανταφυλλίδης, σοβαρός από άποψη και αντισοβαροφανής από παρόρμηση ακολουθώντας προσωπικούς δρόμους έρευνας έχει οδηγηθεί σε εικαστικές λύσεις εξαιρετικού ενδιαφέροντος. Ο Χάρρυ Κλυνν είναι ένας πληθωρικός, χαρισματικός, αταξινόμητος δημιουργός εκτός τρεχουσών συνταγών, αλλά εντός της ουσίας της έκφρασης.

Μάνος Στεφανίδης
Τεχνοκριτικός


ΤΑ ΜΠΟΥΛΟΥΚΙΑ 40Χ90 ΜΕΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

Χάρρυ Κλυνν, εσύ που μας αποκάλυψες τον κόσμο των πλανόδιων πωλητών… Που συνέλαβες τους περαστικούς ήχους, τους ήχους των φωνών της πόλης με την σκωπτική σου διάθεση, τώρα μας αποκαλύπτεις και με τον χρωστήρα σου, που μπορεί να είναι τα δάχτυλά σου ή ένα κουρελάκι τη δύναμη του αυθόρμητου.
Ο Φήμιος ο αοιδός παρακαλεί τον Οδυσσέα όταν σκότωσε τους μνηστήρες, φοβούμενος μη σκοτώσει κι αυτόν και του λέει «Γονούμαι σε Οδυσσεύ, αυτοδίδακτος ειμί» .
Ο αυτοδίδακτος ήταν ιερός, θεόπνευστος, αυθεντικός. Δε μιμείται, δημιουργεί!
Γι αυτό Χάρρυ καλά κάνεις και ζωγραφίζεις. Ακολούθα τον δρόμο σου, τον δρόμο των πλανόδιων…


Αλέκος Φασιανός
Ζωγράφος


Ο Χάρρυ Κλυνν είναι γνήσιος καλλιτέχνης. Ένα αληθινός επαναστάτης που τάραξε με το λόγο του την κοινωνική υποκρισία της εποχής του. Αργότερα με εντυπωσίασε και η πένα του, ο άρτιος ποιητικός του λόγος.
Ο Χάρρυ Κλυνν ζωγράφιζε και ζωγραφίζει. Ζωγραφίζει είτε με τα πινέλα του, είτε με τον ηλεκτρονικό του υπολογιστή, όπως μιλάει και όπως σκέφτεται. Με τόλμη και αρετή.
Ο Χάρρυ Κλυνν απέδειξε πως με οτιδήποτε καταπιάνεται έχει μια σημαντική. Τη σημαντική που περιέχει ο ίδιος ως άνθρωπος και ως δημιουργός. Γι αυτό και η ζωγραφική του είναι απλή, ουσιαστική, περιεκτική, απαλλαγμένη από στολίδια, εντυπωσιασμούς, τεχνάσματα και εύκολες λύσεις.
Η ζωγραφική του έχει την ωριμότητα ενός ανθρώπου που δε ζωγραφίζει για να γεμίζει τον ελεύθερο χρόνο του, αλλά για να συμπληρώσει τα όσα σημαντικά έχει να πει σε μια άλλη γλώσσα. Τη γλώσσα των χρωμάτων, που τη βρίσκεις να υπάρχει απλόχερα παντού, από τον καθημερινό του λόγο, έως τα μυθιστορήματα και τα ποιήματά του.


Γ. Σταθόπουλος
Ζωγράφος


ΜΕΤΑΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ (ΤΡΙΠΤΥΧΟ) 50Χ150 ΜΕΙΚΤΗ ΤΕΧΝΙΚΗ

Σάββατο 20 Ιουνίου 2009

Σκοτεινές κάλπες

Γράφει ο Κώστας Γεωργουσόπουλος

ΕΧΕΙ ΖΗΣΕΙ Η ΓΕΝΙΑ ΜΑΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΑΡΩΔΙΕΣ,
ΕΚΛΟΓΕΣ ΟΠΕΡΕΤΕΣ, ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΚΛΑΒΟΠΑΖΑΡΑ.
ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΟΤΙ ΕΧΟΥΜΕ ΚΕΡΔΙΣΕΙ
ΣΕ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ
ΕΥΣΗΜΑ, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ Σ΄ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ
ΤΟΜΕΑ, ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
Μετά τον πόλεμο και κυρίως όταν έγινε το δημοψήφισμα για το πολιτειακό, αλλά και στις εκλογές όπου το ΚΚΕ είχε προκρίνει (πράγμα που αργότερα στην αυτοκριτική του καταδίκασε) την αποχή (μια άλλη πολιτική ανοησία που προωθείται από μερικούς ακόμη και σήμερα), είδα με τα μάτια μου στην ελληνική επαρχιακή πόλη, όπου είχαμε καταφύγει οικογενειακώς κατά την Κατοχή, κομματάρχη να οδηγεί στην κάλπη δεμένους με σκοινί- σαν κοπάδι- ψηφοφόρους. Είμαι μάρτυρας, και το έχω παλιότερα αναλυτικά περιγράψει, του τρόπου που ο κομματάρχης με ένα και μόνο ψηφοδέλτιο που είχε υποκλέψει (παίζοντας τον κομματικό αντιπρόσωπο) σφραγισμένο από τον δικαστικό αντιπρόσωπο κατόρθωσε να ελέγξει την ψήφο ενός ολόκληρου χωριού.

Έχω γίνει μάρτυρας να συνοδεύεται γνωστός αριστερός στην κάλπη με λόχο οπλισμένων Τεατζήδων (ΤΕΑ = Τμήματα Εθνικής Αυτοάμυνας). Έχω δει λυσσασμένους φανατικούς να ψάχνουν να βρουν ποιος τόλμησε να ρίξει μη αποδεκτό ψηφοδέλτιο που ξεφύτρωσε στην καταμέτρηση, θεωρώντας πως «μαγαρίστηκε το χωριό από μίασμα»!!

Ως στρατιώτης στην Κόρινθο το 1961 οδηγήθηκα μαζί με άλλους με επικεφαλής δεκανέα σε ορεινό χωριό της Κορινθίας κατά τις εκλογές της Νοθείας και όταν καταλύσαμε στο δημοτικό σχολείο, ο εκεί λοχαγός των ΤΕΑ μας έδωσε άδεια να σκορπίσουμε στα χωράφια και ανέλαβε αυτός τη φύλαξη της κάλπης. Την ημέρα των εκλογών μάς παραδόθηκαν κλειστά τα ψηφοδέλτια και ψηφίσαμε όλοι ανεξαιρέτως πρώτοι πριν προσέλθουν οι ψηφοφόροι. Το βράδυ, όταν καταμετρήθηκαν οι ψήφοι, όλο ανεξαιρέτως το χωριό (μαζί άραγε και μεις) είχαμε σταυρώσει τον τότε υποψήφιο Κωνσταντίνο Μανιαδάκη, τον διαβόητο υπουργό του Μεταξά!!

Το 1963 στις εκλογές που πλειοψήφησε χωρίς αυτοδυναμία η Ένωση Κέντρου υπηρετούσα μαζί με άλλους καλλιτέχνες, μουσικούς, ηθοποιούς, στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Ενόπλων Δυνάμεων, όπου σήμερα, στην Κατεχάκη, η ΕΤ1. Όταν προκηρύχτηκαν οι εκλογές, ένα μήνα πριν οδηγηθούμε στις κάλπες, ο Σταθμός ήταν σε αυξημένη ετοιμότητα. Ανεστάλησαν οι άδειες και οι έξοδοι. Βέβαια υπήρχε μια ανοχή για τους ηθοποιούς που παίζαν στο θέατρο και τους μουσικούς που ηχογραφούσαν. Και ήταν πολλοί: ο Φέρτης, ο Καρακατσάνης, ο Μόρτζος, ο Σπύρος Φωκάς, ο Χάρρυ Κλυνν, ο Γιώργος Μαρίνος, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο δημοτικός τραγουδιστής Κώστας Σκαφίδας. Ήταν υποχρεωμένοι να βρίσκονται τη νύχτα στον Σταθμό σε επιφυλακή. Ως εκ τούτου υπήρχε πρόβλημα ύπνου. Ο Σταθμός δεν είχε, βέβαια, κοιτώνες. Έτσι κοιμόμασταν όλοι αυτοί και άλλοι τόσοι, ανάμεσά τους ο Σπύρος Ευαγγελάτος, στρωματσάδα πάνω στις χλαίνες μας σ΄ ένα από τα στούντιο.

Το πιο αστείο ήταν ο πανικός τού επικεφαλής της ασφάλειας λοχαγού της Μουσικής, του σπουδαίου και σημαντικού συνθέτη και χαριτωμένου Επτανήσιου Διονύση Βισβάρδη. Ο άνθρωπος αυτός, χαμηλών τόνων και άκρας ευγένειας που μόνο μπαγκέτα είχε κρατήσει στα χέρια του, χρισμένος υπεύθυνος ασφαλείας του Σταθμού λόγω βαθμού, υποχρεώθηκε να χρεωθεί περίστροφο. Δεν έχω δει πιο πανικόβλητο άνθρωπο. Έβγαζε και έβαζε το όπλο στη ζώνη του, το περιεργαζόταν, το κρατούσε από την κάννη και το κουνούσε πέρα- δώθε, το άφηνε πάνω στο πιάνο (στο πιάνο κατέφευγε ο δύσμοιρος, λες κι έπαιρνε αμπάριζα και κουράγιο) και σαν να κρατούσε φίδι, το ξαναέβαζε στη θήκη στη ζώνη του.

Εκείνα τα βράδια της αϋπνίας (ποιος να βρει ύπνο στο πάτωμα με τους περισσότερους να ξαπλώνουν φορώντας τα άρβυλα και καπνίζοντας σ΄ έναν χώρο που ως αεροστεγές στούντιο καθιστούσε τη συνύπαρξη ανυπόφορη), περίπου δεκαπέντε μαντράχαλοι, χωρίς τότε, βέβαια, κινητά, αποκομμένοι από τον έξω κόσμο (νέοι, ωραίοι, μοιραίοι, εραστές, αρραβωνιασμένοι και επίδοξοι σταρ), μακριά από τα καλλιτεχνικά στέκια, τα καμαρίνια, τις μπουάτ κ.λπ. ξεσπούσαν σε νευρικά γέλια, οργίαζαν τα ανέκδοτα και η σαχλαμάρα της ανδροπαρέας.

Οι υπάλληλοι του Σταθμού κρατούσαν μια στάση αναμονής. Εργαζόμενοι σ΄ έναν σεσημασμένο Σταθμό προπαγάνδας (οι στρατιώτες απασχολούμαστε στις μουσικές εκπομπές και στις θεατρικές παραστάσεις, όπως και στις λογοτεχνικές εκπομπές) περίμεναν με αγωνία (που έκρυβαν) τα αποτελέσματα, αφού ευρέως πλέον προεξοφλείτο η νίκη της Ένωσης Κέντρου. Ανάμεσα στους υπαλλήλους ήταν ο γνωστός λαϊκός στιχουργός Νίκος Μουρκάκος (διευθυντής προγράμματος) και μεγάλος ποδοσφαιρικός παράγοντας του ακμαίου τότε Εθνικού Πειραιώς.

Οι πιο δυστυχείς, αφού δεν μπορούσαν να εκδηλώσουν τις πολιτικές τους προτιμήσεις, ήταν τρεις καλλιτέχνες- υπάλληλοι. Εν πρώτοις ο μεγάλος Έλληνας συνθέτης Κώστας Γιαννίδης (ως συνθέτης σοβαρής μουσικής με το πραγματικό του όνομα Γιάννης Κωνσταντινίδης), σεμνός, αθόρυβος, ένας άκρως μελαγχολικός άνθρωπος, κλειστός με εξαίσιο και ιδιότυπο «λεπτό» χιούμορ. Εργάστηκα μαζί του στο ίδιο γραφείο και γνωρίζω πόσο τον κατάθλιβε ένα περιβάλλον αγροίκο και απάνθρωπο, όπου έπρεπε πολλά να καταπίνει και συνάμα να υπηρετεί τη σοβαρή μουσική αφού ήταν τμηματάρχης του μουσικού τομέα. Ο άλλος καλλιτέχνης ήταν ο Μίμης Κατριβάνος, ένας θυμόσοφος και κουρασμένος αλλά πολύ ταλαντούχος συνθέτης μεγάλων επιτυχιών, μουσικών κωμωδιών, οπερέτας. Τον έχει σημαδέψει (και τον συντηρούσε οικονομικά) το έξοχο τραγούδι του «Δυο πράσινα μάτια», ένα από τα διεθνή μας σουξέ διασκευασμένο από διάσημες ξένες ορχήστρες. Ο Κατριβάνος εβίωνε τα πάντα λάθρα και συνήθως σχολίαζε μουρμουριστά χαμογελώντας με νόημα.

Ο τρίτος καλλιτέχνης- μόνιμος υπάλληλος ήταν ο ηθοποιός και θιασάρχης Ηλίας Χριστογιαννόπουλος, θεατρίνος της παλιάς σχολής, πολύπειρος, με πείρα περιοδειών στην επαρχία και με δάφνες τότε πρόσφατες γιατί είχε κάνει σουξέ με αστυνομικά έργα όπου έπαιζε στο θέατρο και στο ραδιόφωνο με τρόπο χαρακτηριστικό και διεθνώς κωδικό τον δαιμόνιο επιθεωρητή που λύνει γρίφους και παγιδεύει διεστραμμένους δολοφόνους. Πρώτος ο Χριστογιαννόπουλος είχε ανακαλύψει και αξιοποιήσει το τάλαντο του νεαρού τότε Νίκου Φώσκολου.

Έχω δει λυσσασμένους φανατικούς να ψάχνουν να βρουν ποιος τόλμησε να ρίξει μη αποδεκτό ψηφοδέλτιο που ξεφύτρωσε στην καταμέτρηση, θεωρώντας πως «μαγαρίστηκε το χωριό από μίασμα»!

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2009

ΑΣ ΗΤΑΝ…*

Να γίνει μια απέραντη παραλία αυτός το τόπος, να γεμίσει οργή και διαμαρτυρία και ηλιοκαμένες επιδερμίδες.
Και να ‘ρχεται στο νου μας το νεαρό κορίτσι με τις ανταύγειες στα μαλλιά, το κινητό και το σακίδιο στον ώμο που φτύνει κατάμουτρα τον μαρμαρωμένο «μπάτσο».

Να γίνει μια απέραντη αρένα αυτός ο τόπος και να χορεύουν ξυπόλητοι οι λαθρομετανάστες, οι μέτοικοι και οι ιθαγενείς χορούς αναστενάρηδων.
Να ακούγονται συνθήματα διχαστικά και αντεγκλήσεις και μοιρολόγια και κορώνες λαϊκισμού «ανάμικτες με ιδεολογικά αναθέματα».

Και τα παιδιά με τις κουκούλες να σέρνουν τον χορό του Ζαλόγγου κι ένας-ένας να πηδάνε στο καινό απ’ τα παράθυρα οι «σφυγμομέτρες» κι οι επιβήτορες της εξουσίας.

Και να γεμίζει ο ουρανός πυροτεχνήματα και ζητωκραυγές, χειροκροτήματα και «ψεύτικα μεγάλα λόγια», ικεσίες και βλασφημίες.

«Τελείωσε η πανήγυρης» να ωρύεται ο καταμετρητής και κανείς να μην τον ακούει.
Να χάνεται και να σβήνει η φωνή του, όπως χάνεται και σβήνει η ελπίδα του αναζητητή που μάταια ψάχνει το μονοπάτι που θα τον οδηγήσει στη μεγάλη αφετηρία.

Να γίνει ένας απέραντος αγρός αυτός το τόπος κι άλλο να μην χωράει από δέντρα οπωροφόρα και θρεπτικούς καρπούς, νερά κρυστάλλινα και καθαρό αέρα…

Να γίνει ένα θαύμα και να ξημερώσει η μακριά νύχτα περισυλλογή και υπευθυνότητα, εμπεριστατωμένο και συγκεκριμένο λόγο…

Να γίνει ένα θαύμα και να τελειώσει μια για πάντα η τηλεοπτική ύβρις, να καταδικαστεί η πολιτική αμετροέπεια, η αγυρτεία και η απάτη να εκλείψουν και να ορφανέψουν το ψεύδος και η ματαιοδοξία.

Ας ήταν να ξημερώσει μια μέρα που ο τόπος αυτός θα ξαναγίνει ευλογημένος...


*Δημοσιευμένο στην εφημερίδα "ΚΕΝΤΡΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ" 13/6/09

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Σ΄ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΖΟΥΜΕ…


Σ’ αυτόν τόπο ζούμε, σ’ αυτόν περιφερόμαστε…
Όλα μας είναι γνωστά και όλα άγνωστα.
Έχει μυστικά αυτός ο τόπος που δεν τα γνωρίζουμε, μυστικά που κανείς δε μας τα ’πε. Μαθαίνουμε την αλήθεια μέσα από σιωπή, μέσα από τα σφιγμένα χείλη. Ανακαλύπτουμε καθημερινά τον χαμένο μας εαυτό μέσα από τον έπαινο και την κατακραυγή των άλλων, μέσα από λόγους και λογύδρια, μέσα από αποφάσεις και ετυμηγορίες…

Σ’ αυτόν τόπο ζούμε, σ’ αυτόν ελπίζουμε…
Δεν έχει τόπους σκιερούς να ξαποστάσουμε, κρύα νερά να πλύνουμε τα μάτια. Mονάχα μια ομίχλη, μια αχλή και ένας ήλιος βασανιστής να μας καίει το πρόσωπο, να μας ξεραίνει τα χείλη…
Δεν έχει χάδι γυναίκας αυτό ο τόπος, κλάμα μικρού παιδιού… Δεν έχει στρωμένο τραπέζι και άσπρο τραπεζομάντιλο
Μονάχα ριπές λόγων που μας γαζώνουν και το κρασί σκέτο ξύδι…

Σ’ αυτόν τόπο ζούμε, σ’ αυτόν ονειρευόμαστε…
Μαζί μ’ εσένα πορευόμαστε τη δημοσιά που οδηγεί στο τέμενος των μαινάδων, στα κυκλώπεια τείχη της απομόνωσης, στις κατάφωτες λεωφόρους των στρατηγημάτων και των υποσχέσεων…

Σ’ αυτόν τόπο ζούμε, σ’ αυτήν τη γωνιά της γης στρατοπεδεύουμε … Πολεμιστές του χτες και του σήμερα, ένδοξοι οπαδοί γενναίων στρατηγών και πολεμάρχων.
Μας ανυψώνουμε οι λόγοι τους, οι προτροπές και τα κελεύσματά τους μας γιγαντώνουν… Μας ρίχνουν στη φωτιά τα εμβατήρια και οι παιάνες τους…

Κι έτσι όπως γέρνει το ηλιοβασίλεμα και τρέχει η νύχτα να μας κλείσει τα μάτια, κάτι τα όνειρα που δεν είδαμε ποτέ, κάτι η αγωνία να μας βρει το πρωινό πίσω απ’ την πολεμίστρα, μας στήνει ξανά ολόρθους κι ευθυτενείς να παλεύουμε με νύχια και με δόντια τους ανέμους που ουρλιάζουν…

Χάρρυ Κλυνν

Τρίτη 2 Ιουνίου 2009

ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ*


Αναρωτιέμαι για την ανάγκη της αλήθειας, της δημοσιογραφικής αλήθειας, που αυτοαναγορεύεται σε λόγο επαρκή, σε ανάγκη επεξηγηματικής επικοινωνίας, σε αιτία αναφοράς, σε σημεία και τέρατα, σε συμβαίνοντα, εκτιμώμενα, προγραμματιζόμενα, σχεδιαζόμενα και εν ψυχρώ εκτελούμενα…

Αναρωτιέμαι για την σκοπιμότητα των κατευθυνόμενων, για την απαστράπτουσα ιδιομορφία του κατ’ έννοια μεταμοντέρνου αντικειμενικού πατριωτισμού, για την ιδιάζουσα θρασυδειλία των αυτοσχέδιων μάγων της δημοσιογραφίας, των ατόμων και των ομάδων που επέζησαν ελέω εκδοτών και αφεντικών και επιβλήθηκαν εν είδη πυροδοτούμενου διαφημιστικού προϊόντος…

Αναρωτιέμαι για τους ευνοούμενους των θολών δεκαετιών, για τους ιδεολογικούς επαίτες της μεταπολίτευσης που διέρχονται τη δύση των σαθρών ιδεολογημάτων τους ακάματοι, υπερήφανοι, αυτάρκεις και αυτοϊκανοποιούμενοι…

Αναρωτιέμαι για εκείνους που «χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ» συνέπλευσαν με τις ομιχλώδεις αντιλήψεις μιας παρωχημένης αυτοτραυματικής αριστεράς και αιχμαλωτίστηκαν στους δαιδαλώδεις διαδρόμους μιας νεοσοσιαλοικολογικής μεταμοντέρνας αντίληψης που θεωρεί τον εαυτό της κέντρο του περιβάλλοντος…

Αναρωτιέμαι και για το κύκνειο άσμα των φυλλάδων που επιβιώνουν λάθρα πλασάροντας ανερμάτιστα μικρολογιστικά ιδεολογικά μοντέλα και παρακμασμένα ορθολογιστικά θεωρήματα φιλελευθερίζοντα χαρακτήρα που ενθουσιάζουν διαπλεκόμενους, υπηρετούντες, ενταγμένους, αμοιβόμενους και αριστεροδεξιοφασίζοντα «εθνικοπροοδευτικά» μορφώματα.
Αναρωτιέμαι για τις χωρίς πριν, και χωρίς μετά «κοινωνικές εξεγέρσεις», για τους «κουκουλοφόρους» και τους πυρομανείς τρομοκράτες, για τους ποικιλόχρωμους «σπόνσορες των Δεκεμβριανών», για τους «αριστεριστές» της πολιτικής μιζέριας και των μικρομάγαζων, για τα παγιδευμένα αγόρια με τα σκουλαρίκια και τα κορίτσια με τις ανταύγειες…

Τέλος αναρωτιέμαι για το χαμένο χρόνο, για τον «αντάρτη της πόλης» που πυροβολεί στον καθρέφτη του μέλλοντος το τρομαγμένο του είδωλο, γεμίζοντας θρύψαλα ανεκπλήρωτων οραμάτων έναν κόσμο που βυθίζεται ολοένα και πιο βαθιά σε μια χαώδη «επαναστατική νιρβάνα»…

*Δημοσιευμένο στο "ΚΕΝΤΡΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ"

Κυριακή 31 Μαΐου 2009

ΝΑ ΡΩΤΑΣ*


Να ρωτάς για ’κείνους που βγαίνουν στο φως και κραυγάζουν.
Για τους υποτελείς της ιστορίας που πυροβολούν αδιακρίτως.
Για τους ανθρώπους των σπηλαίων που κατέλαβαν τα υψηλά δώματα και απειλούν δαίμονες και Θεούς.

Να ρωτάς για όλους εκείνους που λιποτάχτησαν, για όλους εκείνους που έδωσαν τη μάχη και την έχασαν…
Για τους σιδηροδέσμιους και τους απελεύθερους, για τους ομήρους και τους αιχμαλωτισθέντες, για τους ριψάσπιδες και τους ήρωες που παρελαύνουν υπό τα όμματα όλων ημών των ιεροργούντων την πλάνη της ιστορίας.

Να ρωτάς για τα τωρινά και τα μελλούμενα, για την ευθανασία των ιδεών, την έννοια της απώλειας, την φυγομαχία της μεγάλης Θεότητας που λούφαξε στην κιβωτό αναμένοντας την πλημμυρίδα των ανθρώπων.
Και έτσι να αναμένεις κι εσύ τη μεγάλη βροχή που θα αποπλύνει ως θεία δίκη, ως διαλείπουσα υστεροφημία, την εσχάτη αμαρτία των επαναστατών και των κρατούντων…

Δε θα υπάρξει το αύριο όπως το γνώριζες κι οι άλλες μέρες που θα ξημερώσουν θα έχουν το χρώμα της γλώσσας του φιδιού, το γκριζοπράσινο της σήψης και το βαλτώδες του φόβου.
Ούτε πάλι θα υπάρξει το χτες που γνώριζες, εκείνο που σε δίδαξαν οι ασχήμονες στο κρυφό σχολειό του καταναγκασμού και της άγνοιας.
Να χαίρεσαι, όμως, που επέρχεται επιτέλους η αρχή και επανατοποθετεί στα βάθρα τους ακρωτηριασμένους ανδριάντες της ηθικής και της αξιοπρέπειας…
Δε σου ταίριαζε εσένα αυτή η διαδρομή, κι ούτε κανένας από τους ηγήτορες και τους διδασκάλους σου άξιζε.
Άλλους ουρανούς και άλλα όνειρα είχες εναποθέσει μες στο μυαλό σου, άλλα είχες περιφρουρήσει μέσα στη σκέψη σου.

Να ρωτάς λοιπόν, για τους απόντες και τους υπάρχοντες, για τους οιωνούς και τις προφητείες, για τα υποσχόμενα και προγεγραμμένα, για τα πολλαπλά και τα ελάχιστα…
…Και να μην περιμένεις απάντηση.


*Δημοσιευμένο στο "ΚΕΝΤΡΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ" του Σαββάτου 30-5-09