Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

Έγκλημα και Τιμωρία...


Του Νίκου Κοτζιά.

 
Διάβασα με προσοχή τη συζήτηση στη Βουλή για τη μη δημιουργία επιτροπής διερεύνησης των εγκλημάτων που συνδέονται με το Μνημόνιο. Το δίδαγμα είναι μεγάλο. Οι κυρίαρχες δυνάμεις της χώρας συνεχίζουν την παράδοση της μη τιμωρίας των
«δικών τους» με τις πιο διαφορετικές δικαιολογίες. Όπως δεν τιμώρησαν τους δοσίλογους και μαυραγορίτες της κατοχής καθώς και τους υπεύθυνους της κυπριακής τραγωδίας, όπως δεν τιμώρησαν όσους έκαναν μπίζνες με τον εμφύλιο και τη χούντα, έτσι δεν έχουν καμιά διάθεση να τιμωρήσουν τους υπεύθυνους που η Ελλάδα περνά το σημερινό δράμα. Οι λόγοι πολλοί:
Πρώτον, οι κυρίαρχες δυνάμεις στη χώρα δεν είναι ικανές να προωθήσουν την αυτοκάθαρση. Δεύτερον δεν θεωρούν αναγκαία την τιμωρία όσων από τις γραμμές τους «παρεκτράπηκαν» διότι ουσιαστικά αυτοί υπερασπιζόντουσαν τα συμφέροντά τους στην εποχή της κρίσης. Τρίτο, ουσιαστικά με τη μη παραπομπή απέδειξαν την συνέχεια της μνημονιακής πολιτικής. Ιδιαίτερα η ΝΔ έκανε απέναντι στο Βερολίνο αυτοκριτική για τη μη υπερψήφιση του πρώτου μνημονίου. Τέταρτο, υπέταξαν κάθε ουσιαστικό πατριωτικό αίσθημα στα στενά ταξικά συμφέροντα όσων εξυπηρετούνται από τα μνημόνια, και ας παπαγαλίζουν τον όρο πατριωτικό. Πέμπτο, οι κυρίαρχες δυνάμεις στην Ελλάδα έχουν διαμορφώσει ιστορικά έναν αυταρχικό λόγο και νοοτροπία. Και αυτό, διότι στις δύσκολες στιγμές πάντα τους έσωσε ο ξένος παράγοντας στον οποίο παρέδιδε κάθε φορά εκ νέου τα κλειδιά της χώρας.
Τα πολιτικά εγκλήματα στη νεώτερη Ελλάδα, κατά κανόνα, με την επίκληση των πιο διαφορετικών σκοπιμοτήτων δεν τιμωρήθηκαν. Σήμερα, επί παραδείγματι προβάλλεται το επιχείρημα, ότι αν υπάρξει κάθαρση, τότε η χώρα θα αποσταθεροποιηθεί. Ουσιαστικά υποστηρίζεται ότι η διασφάλιση του μέλλοντος της χώρας απαιτεί τη μη τιμωρία εκείνων που την υπονόμευσαν. Απέναντι σε τέτοιες λογικές, απαιτείται ο ολικός προσδιορισμός της λειτουργίας της τιμωρίας.
Η πρώτη λειτουργία της πολιτικής, είναι η παιδαγωγική. Η πολιτική οφείλει να διαπαιδαγωγεί ως προς τον δημόσιο χώρο, τα δημόσια αγαθά και την αίσθηση συλλογικότητας των πολιτών, τη δυνατότητα εντός της κοινωνίας να αναπτύσσει ο καθείς και η καθεμία τα ταλέντα και την προσωπικότητά του/της. Η πολιτική, δηλαδή, οφείλει να εδραιώνεται σε κανόνες, τόσο ηθικούς, όσο και δικαίου. Δικαίου με την κοινωνική έννοια, αλλά και στενότερα με την κατασκευή και χρήση δίκαιων νόμων, απόδοσης δικαιοσύνης σε όλους τους τομείς, όπως κατανομής εισοδήματος, διασφάλισης εργασίας, συμμετοχής στις διαδικασίες της δημοκρατίας.
Η τιμωρία που αναφέρεται σε πολιτικά εγκλήματα, δεν αφορά μόνο, και έτσι απλά, την εφαρμογή των νόμων ως προς αυτόν που έκανε το έγκλημα, αλλά –και αυτό είναι ακόμα σημαντικότερο- την διαπαιδαγώγηση της κοινωνίας ότι ένα έγκλημα δεν μένει ατιμώρητο. Από αυτή τη σκοπιά, δεύτερον, η τιμωρία δεν αφορά έτσι απλά το παρελθόν ενός παραβάτη. Αφορά κύρια στο ίδιο το μέλλον μιας κοινωνίας. Δεν τιμωρείται απλά εκείνο που συνέβη χθες, αλλά αποτρέπεται η επανάληψή του αύριο. Είναι φανερό ότι πολλά προβλήματα της χώρας, οικονομικά, πολιτικά και ηθικά, συνδέονται με το γεγονός το ότι ουδείς τιμωρήθηκε για το έγκλημα στο χρηματιστήριο, για στατιστικές αλλοιώσεις, για αντιδραστικές συμπεριφορές του κράτους, για διάχυση της διαφθοράς στην κοινωνία στα πλαίσια της στρατηγικής μετατροπής της σε μια κοινωνία της συνενοχής.
Η τιμωρία, τρίτον, είναι η αντίδραση της κοινωνίας στο άδικο. Δεν είναι εκδίκηση. Αντίθετα, είναι μια αναγκαία μέθοδος επίλυσης της αντίθεσης ανάμεσα σε αυτό που θεωρεί η κοινωνία ως ορθό και δίκαιο από τη μια και τις επιλογές, από την άλλη, ορισμένων πολιτικών προσώπων που θέτουν τα δικά τους στενά κριτήρια υπεράνω του δημόσιου καλού. Ως προς το τελευταίο, τέτοιες περιπτώσεις είναι τα νεοφιλελεύθερα δόγματα, η επιβίωση της Ολιγαρχίας, η προστασία της διαπλοκής. Στο έργο του για τη Φιλοσοφία του Δικαίου, ο Φ.Χέγγελ υποστηρίζει ότι (
§91) «η τιμωρία είναι η άρση του εγκλήματος, το οποίο διαφορετικά θα διατηρούσε την ισχύ του. Είναι κατά προέκταση πράξη αποκατάστασης του δικαίου». Μια άρση, όπως λέει ο Πρωταγόρας στους διαλόγους του Πλάτωνα, που περιορίζει τη δυνατότητα του εγκληματία να καθορίζει τις τύχες της κοινωνίας, ή, ακόμα και να καρπώνεται από τα εγκλήματά του.
Για όλους τους πιο πάνω δικαιικούς, ιστορικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους, η δίκαιη πολιτική και η δικαιοσύνη, χωρίς εκδικητικότητα, απαιτείται να τιμωρούνται όσοι κατέστρεψαν τον τόπο και με τις αποφάσεις της να αποτρέπει την επανάληψή τέτοιων εγκλημάτων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: